Αρχιμ. Θεόφιλος Λεμοντζής, Δρ. Θεολογίας

Οι έμφυλες ταυτότητες και η ενοφυλία των Γνωστικών

Περιεχόμενα

Εισαγωγή

1.Gender και έμφυλες ταυτότητες. Η προβληματική της θεωρίας περί διαχωρισμού βιολογικού και κοινωνικού φύλου  

2.Tο ανδρόγυνο θεολογικό και  ανθρωπολογικό μοντέλο του Γνωστικισμού

3.Η ενοφυλία ή η αφυλία ως ο προορισμός του ανθρώπου στο θρησκευτικό σύστημα του Γνωστικισμού

4.Φύλο και οντολογία στην Ορθόδοξη Θεολογία. Κριτική της θεωρίας των έμφυλων ταυτοτήτων

 Επίλογος

Εισαγωγή

Κατά τη διάρκεια της συγγραφής της διδακτορικής μου διατριβής, τη δεκαετία του ’90, με τίτλο «Η χρήση της Αγίας Γραφής εναντίον των αιρέσεων από τον Άγιο Επιφάνιο Κύπρου», Θεσσαλονίκη 1998,  μεταξύ των άλλων μελέτησα και το άρθρο του αειμνήστου καθηγητού  της Θεολογίας Παναγιώτη Χρήστου, με τίτλο: «“Ενοφυλία  το ιδεώδες των Γνωστικών”, Κληρονομία,τομ. 5. τευχ. 1, Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 1-16». Εκείνη τη χρονική στιγμή,  δεν μπορούσα να φανταστώ ότι το συγκεκριμένο άρθρο θα ήταν τόσο επίκαιρο όσο ποτέ σήμερα,  και θα μας βοηθούσε να απαντήσουμε στις ανθρωπολογικές και θεολογικές  προκλήσεις που αναφύονται από την  πρόσφατη εμφάνιση των διαφόρων θεωριών περί των έμφυλων ταυτοτήτων, περί διαχωρισμού ανάμεσα στο βιολογικό (sex) και το κοινωνικό φύλο (Gender), περί αποδόμησης των έμφυλων συμπεριφορών και  έμφυλων ρόλων που ουσιαστικά οδηγούν σε μία οντολογική σύγχυση μεταξύ των δύο φύλων και την οικοδόμηση ενός ανδρόγυνου ανθρωπολογικού μοντέλου.

Εάν η Ορθόδοξη Θεολογία τον 4ου  αιώνα κλήθηκε να απαντήσει  στο ερώτημα περί του μυστηρίου του εν Τριάδι Θεού  και τον 5ο  αιώνα  στο   ερώτημα  περί της θεανθρώπινης ύπαρξης του Ιησού Χριστού,  η σύγχρονη  Θεολογία καλείται να απαντήσει στο ερώτημα «τι είναι ο άνθρωπος», βασιζόμενη όχι  σε έναν άθεο ουμανισμό που εν πολλοίς καθίσταται  ηθικιστικός, και ως εκ τούτου υποκριτικός,  αλλά στην πνευματική βιωθείσα εμπειρία των Αγίων  όπως αποτυπώνεται στους ασκητικούς τους αγώνες  και περιγράφεται μέσα στη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας  αποκαλύπτοντας  τον αυθεντικό άνθρωπο.

Σκοπός της παρούσας μελέτης  είναι,  λαμβάνοντας υπόψη τις βασικές κατευθυντήριες αρχές  του άρθρου του  αειμνήστου καθηγητού  της Θεολογίας Παναγιώτη Χρήστου, να παρουσιάσουμε το ανθρωπολογικό μοντέλο που υποστηρίζει ο χριστιανικός Γνωστικισμός σε αντιπαράθεση με την Ορθόδοξη ανθρωπολογία και να δείξουμε ότι οι διάφορες θεωρίες περί κοινωνικού φύλου και  η επιχειρούμενη αποδόμηση της διάκρισης των δύο φύλων  αποτελεί ουσιαστικά  αναβίωση της ανθρωπολογίας των Γνωστικών. Θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τις  προϋποθέσεις από τις οποίες εκκινούσε   η γνωστική  ανθρωπολογία ώστε  να προβάλλει το γεγονός της ενοφυλίας και αρρενοθηλείας ως το ιδεώδες για τον προορισμό του ανθρώπου και το οποίο είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με την Ορθόδοξη ανθρωπολογία. Τέλος, θα παραθέσουμε βασικές αρχές της Ορθόδοξης ανθρωπολογίας σε αντιπαράθεση με την ανθρωπολογία που οικοδομείται μέσω των  θεωριών  περί κοινωνικού φύλου και έμφυλων ταυτοτήτων.

Αν οι Πατέρες μας  απέρριψαν και πολέμησαν  την   ανθρωπολογία της αίρεσης του Γνωστικισμού  ήταν όχι χάριν κάποιων αφηρημένων ανθρωπολογικών θεωριών αλλά διότι κλονίζει συθέμελα το χριστιανικό ανθρωπολογικό οικοδόμημα. Οι Πατέρες μας αρνήθηκαν να δεχτούν  το ανθρωπολογικό μοντέλο του Γνωστικισμού ο οποίος θεώρησε ότι το υλικό σώμα του ανθρώπου και  η  διάκριση των φύλων που υφίσταται σε αυτό, αποτελεί έργο  ενός κακού Θεού, όντας μια κατάσταση πνευματικής  πτώσεως του ανθρώπου.  Οι  Γνωστικοί πρέσβευαν ότι η αρρενοθήλεια και η ενοφυλία, μετά  την απόρριψη και καταδίκη του υλικού σώματος και τη λύτρωση  του πνευματικού στοιχείου,  αποτελεί το  ιδεώδες,  ο προορισμός του ανθρώπου.  Οι Πατέρες μας αρνήθηκαν να ταυτίσουν  τον άνθρωπο μόνο  με το πνευματικό του στοιχείο, όπως έκανε ο Γνωστικισμός,  διότι αυτή η   ταύτιση  θα οδηγούσε  στην   απόρριψη του υλικού σώματος.  Οι Πατέρες μας τόνισαν  ότι ο άνθρωπος είναι το «συναμφότερον»[1], σώμα και ψυχή. Εάν η σύγχρονη Ορθόδοξη Θεολογία αρνείται την ιδέα της ενοφυλίας και να υιοθετήσει ένα ανδρόγυνο γνωστικό ανθρωπολογικό μοντέλο  το πράττει όχι  διότι αρνείται ορισμένα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία δήθεν υποστηρίζει ένας  φλύαρος  ουμανισμός  αλλά διότι προσπαθεί να διασώσει την κατά φύσιν κατάσταση του ανθρώπου, την ακεραιότητα του ανθρωπίνου  προσώπου,  μια διάσταση του οποίου είναι το υλικό σώμα, έτσι όπως παρήχθη από τα χέρια του Δημιουργού, ο οποίος δημιούργησε  τα πάντα καλά λίαν(Γεν.1,31).

Κατά τη διαπραγμάτευση του θέματος μας, καταρχάς θα αναφερθούμε στις διάφορες θεωρίες περί κοινωνικού φύλου(Gender) και της ριζικής διάκρισης μεταξύ βιολογικού και κοινωνικού φύλου που επιχειρούν. Κατόπιν,  παρουσιάζοντας το ανθρωπολογικό μοντέλο του χριστιανικού Γνωστικισμού, αλλά και στοιχεία από εξωχριστιανικά θρησκευτικά συστήματα, θα προσπαθήσουμε να καταδείξουμε  την άμεση σύνδεση όλων αυτών με τις σύγχρονες  ανθρωπολογικές προκλήσεις. Τέλος, θα παραθέσουμε στοιχεία της Ορθόδοξης χριστιανικής ανθρωπολογίας  έτσι όπως παρατίθενται μέσα στην Αγία Γραφή και ερμηνεύτηκαν από τους Πατέρες και διδασκάλους της Εκκλησίας  σε αντιπαράθεση με τις διάφορες αιρετικές ανθρωπολογικές απόψεις.

1.Gender και έμφυλες ταυτότητες. Η προβληματική της θεωρίας περί διαχωρισμού βιολογικού και κοινωνικού φύλου  

Η λέξη  φύλο προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα φύω (παθητική και μέση φωνή φύομαι)  που σημαίνει γεννώ και σημαίνει  το καθένα από τα δυο γένη στα οποία διαιρούνται τα έμβια όντα ανάλογα με τα αναπαραγωγικά τους όργανα. Όλοι γνωρίζουμε ότι μία είναι η έννοια του φύλου το οποίο ορίζεται από την επιστήμη της Βιολογίας  και διαιρείται σε αρσενικό και θηλυκό. Αυτό το φύλο με το οποίο γεννήθηκε κάποιος άνθρωπος ορίζεται από τα χρωματοσώματα τα οποία φέρει(ΧΨ για τον άνδρα και ΧΧ για τη γυναίκα) στο DNA, αλλά και εξωτερικά από τα ανατομικά χαρακτηριστικά, τα γεννητικά όργανα δηλαδή αλλά και τα άλλα ιδιαίτερα  στοιχεία τα οποία φέρει. Μας διδάσκει πάλι η Βιολογία, αλλά και η κοινή εμπειρία μάς το επιβάλλει, ότι  από τότε που δημιουργήθηκε ο άνθρωπος, η αναπαραγωγή και η διαιώνιση του ανθρωπίνου είδους επιτυγχάνεται μόνο με τη ένωση των δύο αντιθέτων φύλων η οποία ένωση έχει ως αποτέλεσμα τη γέννηση ενός νέου ανθρώπου. Με αυτό τον τρόπο μόνο εξελίσσεται στο χρόνο η ανθρώπινη κοινωνία  και δεν αφανίζεται.

Όμως τα τελευταία χρόνια, και ειδικότερα το 1955, ένας νεοζηλανδός γιατρός στο Πανεπιστήμιο Τζων Χόπκινς, ειδικευμένος στον ερμαφροδιτισμό,  ο  John Money  εισήγαγε το όρο κοινωνικό φύλο, ο οποίος όρος  αποδόθηκε στην αγγλική γλώσσα με τον όρο  Gender. Ο  John Money είναι αυτός  που  όρισε  τον όρο  Gender  ως τη σεξουαλική συμπεριφορά που αποκτά κάποιος ανεξάρτητα από τη σωματική πραγματικότητα και τα γεννητικά όργανα που φέρει[2]. Αυτή η νέα έννοια  διαχωρίστηκε από την έννοια βιολογικό φύλο η οποία αποδίδεται στην αγγλική γλώσσα με τη λέξη Sex. Ως βιολογικό φύλο (Sex) ορίστηκε  το φύλο με το οποίο γεννήθηκε κάποιο άτομο και τα ανατομικά  χαρακτηριστικά του, ενώ το  κοινωνικό φύλο (Gender) ορίστηκε ως το  σύνολο των χαρακτηριστικών που παραπέμπουν στην αρρενωπότητα και τη θηλυκότητα και διαχωρίζουν τη μία κατάσταση από την άλλη. Ως κοινωνικό φύλο (Gender) ορίστηκαν  όλες οι κοινωνικές συμπεριφορές και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά (στάση σώματος, τρόπος ομιλίας, τρόπος σκέψης, περπατήματος, χρήση γλώσσας, ντύσιμο, κομμώσεις) που θεωρούνται αποκλειστικά ή κυρίαρχα για το κάθε φύλο. Κοινωνικό φύλο ορίστηκε ως η  κοινωνική και πολιτισμική διάκριση των ατόμων σε άνδρες και γυναίκες. Το βιολογικό φύλο (sex) ενός ατόμου είναι γενετικά καθορισμένο, ενώ το κοινωνικό φύλο (Gender) θεωρήθηκε ως  πολιτισμικά και κοινωνικά κατασκευασμένο.

Ποιος όμως ήταν  ο λόγος που εισήχθη  ο όρος  κοινωνικό φύλο από τον John Money και τους ομοϊδεάτες του; Ποιος ήταν  ο λόγος που έγινε αυτή η διάκριση μεταξύ βιολογικού  και κοινωνικού φύλου και υποστηρίχθηκε  η άποψη ότι δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε τους παραπάνω όρους, βιολογικό και κοινωνικό φύλο δηλαδή, ως συνώνυμους; Έχουμε τη γνώμη ότι η  διάκριση δεν είναι  απροϋπόθετη, όπως πρέπει να ισχύει στην επιστημονική έρευνα  αλλά  έγινε  για να υποστηριχθεί η άποψη ότι ένας άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να γεννιέται έχοντας ένα συγκεκριμένο φύλο και τα ανατομικά χαρακτηριστικά που το συνοδεύουν αλλά όμως στην κοινωνική του ζωή να συμπεριφέρεται να πράττει ως  σαν να ανήκει στο αντίθετο φύλο ή να έχει μία ανδρόγυνη συμπεριφορά. Οι θιασώτες αυτής της θεωρίας θεωρούν  ότι το φύλο με το οποίο γεννήθηκε ένα παιδί δεν είναι τίποτα άλλο παρά  μια ετικέτα που δόθηκε από τους μαιευτήρες γιατρούς στο παιδί κατά τη γέννηση του εξαιτίας των εξωτερικών   γεννητικών οργάνων. Κατά συνέπεια, καθώς θα μεγαλώνει το παιδί μπορεί να επιλέξει το κοινωνικό φύλο που του αρμόζει, είτε σύμφωνα με το βιολογικό φύλο του είτε αντίθετα προς αυτό. Κατά συνέπεια,  ένας άνθρωπος είναι δυνατόν να γεννιέται βιολογικά άντρας όμως στην κοινωνία να παρουσιάζεται ως γυναίκα και το αντίστροφο.

Οι θιασώτες των παραπάνω θεωριών υποστηρίζουν ότι όλες οι κοινωνίες αποδίδουν έμφυλους ρόλους στα μέλη τους  με βάση τα ανατομικά γεννητικά γνωρίσματα με τα οποία γεννήθηκαν. Έμφυλοι ρόλοι  είναι  τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά που καθορίζουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων ανάλογα με το φύλο στο οποίο ανήκουν. Αποτελούν έμφυλα στερεότυπα  και κατά συνέπεια πρέπει να αποδομηθούν διότι δεν συνάδουν πολλές φορές με την έμφυλη ταυτότητα του κάθε μέλους της κοινωνίας. Ταυτότητα φύλου ή έμφυλη ταυτότητα  (αγγλ. Gender Identity) είναι η αυτοαντίληψη ενός ανθρώπου για το φύλο του δηλαδή αν είναι άνδρας ή γυναίκα[3], η αντίληψη δηλαδή  ότι  ανήκει στο ανδρικό ή γυναικείο φύλο,  η αντίληψη που διαμορφώνει ένα άτομο σχετικά με τον γυναικείο ή ανδρικό κοινωνικό ρόλο (Gender role) που επιλέγει να ασκεί και ο οποίος μπορεί να είναι διαφορετικός από το βιολογικό του φύλο. Ταυτότητα φύλου θεωρήθηκε ο εσωτερικός και προσωπικός τρόπος με τον οποίον το ίδιο το πρόσωπο βιώνει το φύλο του, ανεξάρτητα από το φύλο που καταχωρίστηκε κατά τη γέννησή του με βάση τα βιολογικά του χαρακτηριστικά Υποστηρίζουν ότι η έμφυλη ταυτότητα, η αυτοαντίληψη, δηλαδή, που σχηματίζει ένα άτομο σχετικά με τον γυναικείο ή ανδρικό κοινωνικό ρόλο, είναι κοινωνικό και πολιτισμικό κατασκεύασμα, που διαμορφώνει συγκεκριμένους και στερεοτυπικούς τρόπους συμπεριφοράς, σε συμφωνία ή διαφορά προς το βιολογικό φύλο[4]. Υποστήριξαν   ότι δεν υφίσταται  συνοχή  μεταξύ βιολογικού φύλου, κοινωνικού φύλου και σεξουαλικότητας. Η οποιαδήποτε συνοχή που  παρατηρείται  δεν αποτελεί φυσικό δεδομένο  αλλά οφείλεται σε μία επαναλαμβανόμενη στιλιστική επιτέλεση συγκεκριμένων πράξεων. Υποστηρίζουν ότι είναι δυνατόν ένας άντρας να έχει αντρικό βιολογικό φύλο και να είναι ετεροφυλόφιλος, ωστόσο στοιχεία της κοινωνικής συμπεριφοράς ή της έκφρασής τους να ανήκουν περισσότερο στο γυναικείο κοινωνικό φύλο και το αντίστροφο.

Με εισηγητή τον John Money ο όρος κοινωνικό φύλο(Gender) εξαπλώθηκε τη δεκαετία του '70  και η φεμινιστική θεωρία υιοθέτησε την ιδέα της διάκρισης του βιολογικού φύλου και της κοινωνικής κατασκευής των φύλων. Άλλωστε  οι καταβολές της εν λόγω θεωρίας εντοπίζονται  στη διατύπωση της  φεμινίστριας Simone de Beauvoir της οποίας αποδίδεται η φράση:  «γυναίκα δεν γεννιέσαι, αλλά γίνεσαι». Παρότι η Simone de Beauvoir δεν χρησιμοποιεί τον όρο κοινωνικό φύλο,  υπονοεί  όμως ότι ένα βιολογικά καθορισμένο σώμα με συγκεκριμένα ανατομικά χαρακτηριστικά (θηλυκό), σταδιακά διαμορφώνεται και εξελίσσεται σε έμφυλο υποκείμενο (γυναίκα)[5]. Η ανθρωπολόγος  Gayle Rubin προβαίνει σε μια πιο ολοκληρωμένη θεωρητικά διατύπωση της διάκρισης βιολογικού και κοινωνικού φύλου  στο άρθρο της “The Traffic in Women”,  υποστηρίζοντας ότι  κάθε κοινωνική οργάνωση,  έχει ένα ‘σύστημα βιολογικού/κοινωνικού φύλου’, μια σειρά δηλαδή από κανονιστικές αντιλήψεις, διαδικασίες και πρακτικές μέσω των οποίων το ‘βιολογικό φύλο’ και το ωμό υλικό της ανθρώπινης αναπαραγωγής μετασχηματίζεται και διαμορφώνεται μέσω της ανθρώπινης παρέμβασης σε κοινωνικό προϊόν[6].

Η κατεξοχήν  υπέρμαχη της  Gender αντίληψης, η οποία ώθησε τη θεωρία στα άκρα, ήταν η Αμερικανίδα Judith Butler η οποία στο βιβλίο της «Gender Trouble»  (Μπελάδες του φύλου) υποστήριξε ότι το αρσενικό και το θηλυκό είναι εξ ολοκλήρου κοινωνικές κατασκευές[7]. Αυτό σημαίνει ότι οι κατηγορίες  άντρας και γυναίκα, είναι κατασκευασμένες και ότι αποτελεί πλάνη το γεγονός ότι οι κοινωνίες μας τις δέχονται ως δεδομένες. Σύμφωνα με την Butler, η αντιστοίχιση του «βιολογικού» στο «κοινωνικό» φύλο, δηλαδή η ταυτότητα «άνδρας-γυναίκα» είναι αφύσικη και δεν πρέπει να υφίσταται. Άρα δεν έχει καμιά σημασία το σώμα (ανδρικό ή γυναικείο) στην έμφυλη ταυτότητα. Τα πάντα είναι ζήτημα πολιτισμικής ερμηνείας και εξουσιαστικής λειτουργίας.   Η Butler αμφισβητούσε την έως τώρα παραδοχή ότι ανεξάρτητα από την πολιτισμική διεργασία η ύπαρξη βιολογικού φύλου είναι αντικειμενική, όπως και αντικειμενική είναι η δημιουργία του κοινωνικού φύλου, ως αποτέλεσμα της παιδαγωγικής κοινωνικής λειτουργίας επί του βιολογικού φύλου.  Αρνούμενη τη διαδοχικότητα των σταδίων: «βιολογικό φύλο, κοινωνικό φύλο και σεξουαλική επιθυμία», αποκόπτει ριζικά την έμφυλη ταυτότητα από τη βιολογική πραγματικότητα. Η Butler υποστηρίζει ότι  η κοινωνικά κατασκευασμένη έμφυλη ταυτότητα (άνδρας/γυναίκα) είναι «αφύσικη», και συνεπώς δεν είναι απαραίτητο να ανταποκρίνεται στο αντίστοιχο ανατομικά καθορισμένο σώμα (αρσενικό/θηλυκό)[8]. Υποστήριξε ότι η  «ενσώματη ζωή», δηλαδή εάν ένα σώμα είναι τελικά άνδρας ή γυναίκα, είναι ένα υλικό φαινόμενο αντίστοιχο με τα όσα παράγει καθημερινά η κοινωνία[9]  δηλαδή   οι σημαντικότερες διαφορές ανάμεσα στα φύλα (πέρα από τα σεξουαλικά όργανα) είναι κοινωνικές και όχι «φυσικές», ότι  η αρρενωπότητα και η θηλυκότητα δεν είναι βιολογικά θέσφατα, αλλά προϊόντα κοινωνικής εκπαίδευσης, προϊόντα μίμησης συμπεριφορών και κοινωνικών ρόλων ή στερεότυπων και ότι τα αρσενικά και θηλυκά άτομα γίνονται  άντρες ή γυναίκες αντιγράφοντας τις συμπεριφορές  γύρω τους. Έτσι καταλήγει  η Judith Butler  ότι άλλο είναι το κοινωνικό φύλο, άλλο το βιολογικό φύλο, άλλο  άντρας, άλλο αρσενικό, άλλο γυναίκα, άλλο θηλυκό. Ουσιαστικά αμφισβητεί, ως μια «κανονιστική μυθοπλασία» των σύγχρονων κοινωνιών, την αναγκαιότητα μιας αποκλειστικά διπολικής έμφυλης ανθρώπινης ταυτότητας, η οποία προκαθορίζεται και περιορίζεται, από τους βιολογικούς-υλικούς όρους της ύπαρξής της. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζει η Butler, κάθε έμφυλη ταυτότητα είναι μια ανθρώπινη κοινωνική κατασκευή, που ποτέ δεν εξαντλείται στις βιολογικές-υλικές προϋποθέσεις της, ούτε βέβαια στα κοινωνικά ιδεολογήματα σχετικά με το ανθρώπινο φύλο. Σε τελική ανάλυση η  Judith Butler υπερβαίνει το σχήμα της «αναγκαστικής τάξης» (compulsory order), ότι δηλαδή ένας   άνθρωπος που γεννιέται με γυναικεία γεννητικά όργανα αναγκαστικά πρέπει να συμπεριφέρεται ως  γυναίκα  κοινωνικά και σεξουαλικά και το αντίστροφο, θεωρώντας ότι  η κατασκευή του φύλου γίνεται μέσω του «πράττειν» και όχι του «είναι», δηλαδή όχι μέσα από το βιολογικό υλικό που φέρει κάποιος αλλά μέσα από τον τρόπο που εμφανίζεται μέσα στην κοινωνία, δηλαδή ως άντρας ή γυναίκα και η οποία εξαρτάται από αυτό που πιστεύει ότι είναι, άντρας ή γυναίκα, και το οποίο μπορεί να συμφωνεί ή μπορεί να μην συμφωνεί με τα ανατομικά γεννητικά χαρακτηριστικά του[10].

Συμπερασματικά, η  Judith Butler, η  Gayle Rubin, και αυτοί που αποδέχονται τις απόψεις τους,  θεωρούν ότι οι  έμφυλοι ρόλοι  επιβάλλονται από την κοινωνία  στο κάθε  άτομο εξαιτίας των γεννητικών οργάνων που φέρει κατά τη γέννηση του. Υποστηρίζουν ότι  με αυτόν τον τρόπο όμως καταπατάται,  παρεμποδίζεται η φυσιολογική εκδήλωση του κοινωνικού φύλου και περιορίζεται αδίκως και εσφαλμένως ένα άτομο από την έκφραση της αληθινής  ταυτότητας του φύλου, της έμφυλής του ταυτότητας η οποία δεν είναι ανάγκη να ταυτίζεται με το βιολογικό του φύλο, δηλαδή κάποιος να έχει ένα ορισμένο βιολογικό φύλο και να φανερώνεται μέσα στις κοινωνικές του σχέσεις ως άτομο του αντίθετου φύλου. 

Παρουσιάζοντας τις παραπάνω θεωρίες δεν αναφερόμαστε ασφαλώς  σε  εκείνες τις περιπτώσεις όπου πράγματι υπάρχουν ιατρικά προβλήματα εκ γενετής, παθολογικές καταστάσεις και δυσλειτουργίες που επηρεάζουν τα πρωτογενή και δευτερογενή χαρακτηριστικά του φύλου και την αναπαραγωγική ικανότητα όπως  μερική γοναδική δυσγενεσία δηλαδή ανωμαλίες στην ανάπτυξη των γονάδων που οδηγούν σε ποικίλου βαθμού αμφίβολα γεννητικά όργανα που μπορεί να κυμαίνεται από φαινότυπο σχεδόν θήλεως ως φαινότυπο σχεδόν άρρενος,  ο ερμαφροδιτισμός  όπου υπάρχουν ωοθήκες και όρχεις ταυτόχρονα, με εξωτερική εμφάνιση θήλεος ή ψευδοερμαφροδιτισμός με ανεπαρκή παραγωγή ορμονών, και υποπλασία γενητικών οργάνων[11]. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος θεωρεί ότι η νομολογία των δικαστηρίων της πατρίδας μας καλύπτει, όπου υπάρχει ανάγκη, υφιστάμενα ιατρικά προβλήματα, με το δεδομένο ότι το φύλο, ούτε επιλέγεται ελεύθερα, ούτε και μεταβάλλεται κατά βούλησιν, αλλά επί τη βάσει ανατομικών, φυσιολογικών και βιολογικών χαρακτηριστικών, που ορίζουν την ταυτότητα του ανθρώπου και βεβαιώνονται μέσω ιατρικών γνωματεύσεων προς το δικαστήριο[12]. Κατά συνέπεια, όπου υπάρχουν προβλήματα γενετικής φύσεως υπάρχει πρόνοια της Πολιτείας αλλά και ενδιαφέρον της Εκκλησίας καθώς υπάρχει και σχετική ευχή  «ες νοματοθεσίαν νέαν πί λλαγ φύλου», ποίημα του μητροπολίτου  Ν. Ιωνίας κ.Τιμοθέου Ματθαιάκη[13] για τις περιπτώσεις που χρειάζονται ιατρική θεραπεία. Όπως επισημαίνει ο Μητροπολίτης Κίτρους και Κατερίνης κ. Γεώργιος « εχή ατή δέν περιλαμβάνει κάποιο ατημα πέρ γείας, λλά φορ τή συνάφεια μεταξύ γείας καί σθένειας. Συγκεκριμένα φορ τήν κατάσταση νός νηπίου, μετά τήν ποκατάσταση μις γενετήσιας πιπλοκς. Μέ τήν πρόοδο τς ατρικς πιστήμης μφιφυλία σέ νεογέννητα βρέφη ποκαθίσταται χειρουργικά. εχή χρησιμοποιεται μόνον ταν τό βρέφος χει λάβει δη νομα. ργανική λλαγή φύλου διόρθωση γενετήσιων χαρακτηριστικν γίνεται ποκλειστικά μέσ ατρικν μέσων, πότε καθίσταται ναγκαία λλαγή μεταβολή το νόματος. εχή χρησιμοποιεται ποκλειστικά καί μόνο σέ ατή τή συγκεκριμένη περίπτωση»[14]. Οι θεωρίες λοιπόν περί κοινωνικού φύλου δεν αναφέρονται σε αυτές τις καθαρά ιατρικές περιπτώσεις και σωματικές δυσλειτουργίες αλλά υποστηρίζουν το διαχωρισμό μεταξύ βιολογικού και κοινωνικού φύλου, ότι τα παιδιά δεν πρέπει να μεγαλώνουν με την αντίληψη ότι ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο φύλο, ότι όλα αυτά είναι στερεότυπα που πρέπει να αποδομηθούν, ότι  το βιολογικό φύλο δεν μπορεί να χαρακτηρίζει την προσωπικότητα  του ανθρώπου και τις επιλογές του  και απαιτούν  η οποιαδήποτε εξαίρεση  που μπορεί να υφίσταται να γίνει ο γενικός κανόνας.

Οι θεωρίες περί κοινωνικού φύλου που προαναφέραμε εκκινούνται είτε ηθελημένα είτε αθέλητα από λανθασμένες θεωρητικές και επιστημονικές προϋποθέσεις και ως εκ τούτου καταλήγουν σε λανθασμένα συμπεράσματα. Το κατεξοχήν θεωρητικό λάθος που διαπράττουν οι περί Gender θεωρίες είναι ότι συγχέουν την κοινωνική με την οντολογική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης μεταφέροντας τις κοινωνικές κατηγορίες ερμηνείας του φαινομένου στο οντολογικό επίπεδο. Οι διακρίσεις εις βάρος ενός φύλου σε κοινωνικό επίπεδο, δηλαδή σε θέματα εργασίας, αμοιβών, εκπαίδευσης,  νόμων και δικαιωμάτων είναι απαράδεκτες καθώς και τα δυο φύλα είναι ισότιμα απέναντι των νόμων και του κράτους, άλλωστε ο Χριστιανισμός είναι αυτός που καταξίωσε το πρόσωπο της γυναίκας μέσα στην κοινωνία και την ιστορία[15], αντίθετα  σε οντολογικό επίπεδο, σε επίπεδο φύσεως και σεξουαλικού προσανατολισμού υφίσταται απόλυτη διαχωριστική γραμμή και δεν πρέπει να συγχέονται μεταξύ τους. Η έλλειψη διαχωριστικής  γραμμής  μεταξύ των δύο φύλων σε οντολογικό επίπεδο οδηγεί σε ένα ανδρόγυνο ανθρωπολογικό μοντέλο το οποίο είναι εκ διαμέτρου αντίθετο  με το χριστιανικό ανθρωπολογικό μοντέλο και ως εκ τούτου απαράδεκτο.

Το συγκεκριμένο ανθρωπολογικό μοντέλο που προβάλλουν οι περί Gender θεωρίες ουσιαστικά αναπαράγουν στις βασικές του γραμμές ένα αντίστοιχο ανδρόγυνο ανθρωπολογικό μοντέλο που οικοδόμησε και υποστήριξε ο χριστιανικός Γνωστικισμός, συνεπής στις θεολογικές του προϋποθέσεις. Η Ορθόδοξη θεολογία αρνήθηκε να αποδεχτεί το γνωστικό ανθρωπολογικό μοντέλο διότι ήταν εκ διαμέτρου αντίθετο με την βιβλική ανθρωπολογία και ως εκ τούτου ακύρωνε  τη δυνατότητα της σωτηρίας του ανθρώπου.

2.Tο ανδρόγυνο θεολογικό και  ανθρωπολογικό μοντέλο του Γνωστικισμού

Με το όνομα χριστιανικός Γνωστικισμός χαρακτηρίζεται ένας μεγάλος αριθμός θρησκευτικών συστημάτων, τα οποία επιδιώκουν μέσω της Γνώσεως κάποιων αποκαλυφθεισών αληθειών να λυτρώσουν τον άνθρωπο[16].  Η έννοια της Γνώσης είναι κοινή σ’  όλα τα γνωστικά συστήματα και είναι αυτό το στοιχείο,   το οποίο ώθησε τόσο τους αρχαίους, όσο και τους σύγχρονους συγγραφείς να ονομάσουν την κίνηση αυτή  «Γνωστικισμό», ή αλλιώς «Γνώσις»[17] και τούς πιστούς αυτής της κίνησης «Γνωστικούς»[18]. Ο όρος «Γνώσις» δηλώνει ότι οι Γνωστικοί γνωρίζουν κάτι το οποίο αγνοείται από τούς κοινούς ανθρώπους. Ο Γνωστικός δεν γνωρίζει κάποιο μυστήριο επειδή το διδάχθηκε από κάποιον, αλλά επειδή του αποκαλύφθηκε[19]. Η απόκτηση της υπερφυσικής αυτής γνώσης είχε από μόνη της λυτρωτικό χαρακτήρα[20]. Διεκήρυτταν με κομπασμό οι Γνωστικοί :«μες δ’ σμέν, ο πνευματικοί, ο κλεγμένοι πό το ζντος δατος το έοντος Εφράτου διά τς Βαβυλνος μέσης τό οκεον, διά τς πύλης δεύοντες ληθινς, τις στίν ησος μακάριος καί σμέν ξ πάντων νθρώπων μες Χριστιανοί μόνοι»[21]. Ο Γνωστικισμός, η  «ψευδώνυμος Γνώσις», σύμφωνα με τον Επιφάνιο Κύπρου[22], δεν αποτελεί ενιαίο σύστημα αλλά εκπροσωπείται από πολλές θρησκευτικές ομάδες, όντας «πολυκέφαλος πλάνη», σύμφωνα με τον Ιππόλυτο Ρώμης[23], όπως οι Ουαλεντιανοί, οι Μανιχαίοι, οι Οφίτες, οι Ναασηνοί, οι Βασιλειδιανοί, οι Μαρκιωνίτες,  κ.α., οι οποίες όμως ομάδες και θεολογικά συστήματα μοιράζονται κοινές προϋποθέσεις  και αρχές.

Οι Γνωστικοί υποστήριζαν ότι πριν την δημιουργία του υλικού ανθρώπου δημιουργήθηκε ο πνευματικός Άνθρωπος. Οι Μανιχαίοι τον ονόμαζαν Πρώτο άνθρωπο[24] και οι Ναασηνοί τον ονόμαζαν  Αρχάνθρωπο[25] ή Άνωθεν Άνθρωπο ή Αδάμαντα[26], οι Κολορβάσιοι και οι Ηρακλεωνίται τον ταύτιζαν με την προαιώνια θεϊκή αρχή[27].  Αυτή η αρχέγονη πνευματική οντότητα  είναι αρρενοθήλυς, μια  ερμαφρόδιτη οντότητα και  ο αισθητός άνθρωπος  αποτελεί «εκόνα κείνου το νω, το μνουμένου Αδάμαντος νθρώπου»[28]. Στο γνωστικό κείμενο «η Σοφία του Ιησού Χριστού» ο Ματθαίος ρώτησε τον Ιησού να του αποκαλύψει πως δημιουργήθηκε αυτός ο αρχετυπικός   και πνευματικός Άνθρωπος. Ο Ιησούς του απάντησε ότι το φως του Θεού Πατρός εκπορεύθηκε ως «αθάνατος ανδρόγυνος άνθρωπος ώστε δια μέσου αυτού του αθάνατου ανδρόγυνου ανθρώπου  οι άνθρωποι να επιτύχουν την τέλεια σωτηρία»[29].

Αυτός  ο αρχετυπικός πνευματικός άνθρωπος αποτελεί μια αντανάκλαση του  υπέρτατου και ύψιστου Θεού,  ο οποίος και αυτός  είναι αρρενοθήλυς, όπως υποστήριζαν. Γι’ αυτό το λόγο οι Γνωστικοί τον ονόμαζαν Μητροπάτορα[30], «Μητέρα και Πατέρα όλων»[31], «ρρενθηλυν ατν λγουσιν εναι, ρμαφροδτου φσιν ατ περιπτοντες», επισημαίνει ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου[32]. Αναφέρει ο Ουαλεντίνος: « Ατοπτωρ ατς ν αυτ περιεχε τ πντα, ντα ν αυτ ν γνωσίᾳ, ν καλοσ τινες Αἰῶνα γρατον, ε νεζοντα, ρρενθηλυν, ς πντοτε περιχει τ πντα κα οκ νπεριχεται»[33]. Πέρα από αυτόν τον ύψιστο Θεό, στο ουαλεντινιανό γνωστικό σύστημα, μια σειρά από υποδεέστερες θεότητες, οι οποίες ονομάζονται Αιώνες,  τριάντα  κατά ζεύγη άρρενος και θήλεος, αποτελούν τη θεϊκή πραγματικότητα, το λεγόμενο πλήρωμα της θεότητος. Σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό, ο Ουαλεντίνος δεν θεωρούσε  τους θηλυκούς Αιώνες ως αυτοτελείς θεότητες αλλά ενυπόστατες θεότητες εντός των αρσενικών Αιώνων και κατά συνέπεια το κάθε ζεύγος αιώνων είναι αρρενοθήλυ, «υπό την έννοιαν ότι δεν πρόκειται περί δύο συζύγων αλλά περί μιάς αρρενοθηλείας ενότητας», όπως επισημαίνει ο αείμνηστος καθηγητής Π. Χρήστου[34].

Η έννοια της αρρενοθηλείας στο Θεό δεν συναντάται μόνο στα χριστιανικά γνωστικά κείμενα αλλά και στα εξωχριστιανικά θρησκευτικά συστήματα και ειδικότερα  στα Ερμητικά κείμενα. Έτσι στον Ποιμάνδρη του Ερμή του τρισμέγιστου, ο πρώτος Νους, ζωή και φως και πατήρ πάντων, χαρακτηρίζεται ως αρρενοθήλυς[35]. Εξάλλου η λαϊκή αντίληψη για την ύπαρξη του Ερμαφρόδιτου, ενός όντος αμφοτεροφύλου, υιού του Ερμή και της Αφροδίτης, είναι σχετική προς την διδασκαλία των Ερμητικών. Επίσης και οι Πυθαγόρειοι θεωρούσαν ότι η ύψιστη θεϊκή αρχή είναι αρρενοθήλεια[36]. Η ιδέα της αρρενοθηλείας στο θεό δεν ήταν μια ξένη έννοια και  στη λατρεία της θεάς Κυβέλης και του Άττη[37], μια αντίληψη η οποία χρησιμοποιήθηκε από τους Ναασηνούς, χριστιανούς Γνωστικούς.

Σε αυτήν την κλίμακα της γνωστικής θεογονίας εντάσσεται και η δημιουργία αυτού του αρχετυπικού ανθρώπου, του άνω Ανθρώπου ή Αδάμαντα[38], όπως τον ονόμαζαν οι γνωστικοί Ναασηνοί. Αυτή η αρρενοθήλεια οντότητα[39], ως αντανάκλαση της αρρενοθηλείας θεότητας, φέρει ταυτόχρονα τα στοιχεία της πατρότητας και της μητρότητας. Στο έργο του αγίου Ιππολύτου διασώζεται ύμνος γνωστικός αφιερωμένος σ’ αυτόν ο οποίος αναφέρει τα εξής: «πό σο πατήρ καί διά σε μήτηρ, τά δύο θάνατα νόματα, αώνων γονες, πολτα ορανο, μεγαλώνυμε νθρωπε»[40]. Η ιδέα αυτή του  αρχετυπικού πνευματικού  ανθρώπου  ανευρίσκεται και στον  Ερμητισμό όπου αναφέρονται τα εξής: «Ο πατέρας όλων, ο  Νους, που είναι ζωή και φως, γέννησε τον Άνθρωπο,  ίσο με τον εαυτόν του, τον οποίον και αγάπησε ως γέννημα δικό του. Και ήταν  πανέμορφος ο Άνθρωπος γιατί είχε  την εικόνα του πατέρα του»[41]. Επίσης στο θρησκευτικό σύστημα της  Καμπάλα υπάρχει αυτή η ιδέα του πρώτου ανθρώπου, ενός πνευματικού ανθρώπου που  ονομάζεται Αδάμ Κάδμων. Είναι ο ιδανικός αρχετυπικός Άνθρωπος, ο πρωταρχικός  άνθρωπος που  δεν ταυτίζεται με τον αισθητό άνθρωπο της καθημερινής εμπειρίας τον οποίο δημιούργησε ο Θεός από χώμα,  αλλά είναι ένα πνευματικό όν. Την ιδέα αυτή του αρχετυπικού πνευματικού ανθρώπου τη συναντούμε και στο αποκρυφιστικό θρησκευτικό σύστημα της Έλενα Πετρόβνα Μπλαβάτσκυ (Helena Petrovna Blavatsky), το επονομαζόμενο Θεοσοφία[42].

Ποια είναι η σχέση όμως αυτού του αρχετυπικού ανθρώπου που προβάλλουν  τα  γνωστικά  θρησκευτικά συστήματα με τον άνθρωπο της κοινής εμπειρίας που φέρει σώμα και ψυχή; Για τους Γνωστικούς ο αισθητός άνθρωπος της καθημερινής εμπειρίας που φέρει υλικό σώμα, δεν ταυτίζεται με αυτόν τον πνευματικό Άνθρωπο. Ο άνθρωπος που φέρει υλικό σώμα δεν είναι ο τέλειος άνθρωπος, αλλά ένα κακέκτυπο και μια καρικατούρα  του πνευματικού ανθρώπου,  αυτής της τέλειας, πρωταρχικής και πνευματικής  εικόνας[43]. Ενώ ο αισθητός άνθρωπος φέρει υλικό σώμα και είναι διαιρεμένος σε δύο φύλα, ο αρχετυπικός άνθρωπος  είναι ένα πνευματικό ον, αρρενοθήλυς  ο οποίος βέβαια δεν έχει  υλικό σώμα διότι για τον Γνωστικισμό το υλικό στοιχείο ταυτίζεται με το κακό. Στο  θρησκευτικό  σύστημα του Γνωστικισμού  υπάρχει  ένας  φιλοσοφικός  δυαλισμός, δηλαδή το  σχήμα  αντίθεσης  πνεύματος - ύλης, ο οποίος απορρίπτει και καταδικάζει τον υλικό κόσμο που  θεωρείται ότι είναι «εν ελαττώματι»[44]. Υποστήριζαν ότι ο κόσμος αποτελεί ένα πελώριο λάθος, πλασμένος από κάποιον ανόητο ή μοχθηρό θεό[45]. Κατά συνέπεια για τους Γνωστικούς  το ανθρώπινο σώμα είναι κακό εκ φύσεως[46]. Σύμφωνα με το Γνωστικισμό μέσα στον υλικό κόσμο συντελείται ένα αιώνιο δράμα. Το θείο στοιχείο ή «σπινθρας»  όπως το ονόμαζαν[47], δηλαδή η ψυχή του ανθρώπου έχει εγκλωβιστεί μέσα στο υλικό σώμα, είτε εξαιτίας μιας αρχέγονης πτώσης της ψυχής από το φωτεινό κόσμο[48], είτε εξαιτίας της προσπάθειας κατώτερων θεοτήτων  να δημιουργήσουν έναν άνθρωπο σύμφωνα με την τέλεια εικόνα του Ανθρώπου που είχε στο  νου του ο Θεός[49].

Εφόσον ο  άνθρωπος στην τέλεια και προπτωτική κατάστασή του ταυτίζεται μόνο με το πνευματικό του στοιχείο,   κατά συνέπεια η πτώση ταυτίζεται με την είσοδο της ψυχής  μέσα στο υλικό σώμα[50], του φωτός μέσα στο σκοτάδι, όπως πίστευαν οι Μανιχαίοι[51]. Στην άυλη και πνευματική κατάστασή της η ψυχή είναι ανδρόγυνος[52]. Με  την είσοδό της στο υλικό σώμα χάνει αυτή την ενότητα και έχουμε τη διάσπαση των δύο φύλων, του αρσενικού και του θηλυκού, όπως αποτυπώνεται στο γνωστικό ευαγγέλιο του Φιλίππου όπου αναφέρονται τα εξής: «Αν το θηλυκό δεν είχε χωριστεί από το αρσενικό, δεν θα είχε πεθάνει  αργότερα με το αρσενικό. Ο χωρισμός ήταν η έναρξη του θανάτου»[53]. Ενώ για την Ορθόδοξη θεολογία η ένωση  της ψυχής με το σώμα δεν αποτελεί έκπτωση από μια πνευματική τελειότητα, ούτε βέβαια η διαίρεση σε δύο φύλα αλλά έκφραση του δημιουργικού σχεδίου του Θεού, όπως αποτυπώνεται στο Γεν. 1,27 και 2,20-24, για το γνωστικό θρησκευτικό σύστημα αποτελεί μια πτωτική κατάσταση, έκπτωση από μια πρωταρχική  πνευματική τελειότητα.

3.Η ενοφυλία ή η αφυλία ως ο προορισμός του ανθρώπου στο θρησκευτικό σύστημα του Γνωστικισμού

Οι  Γνωστικοί  τόνιζαν όλως ιδιαιτέρως την αυτόνομη αθανασία της ψυχής, ως του εν τω ανθρώπω θείου στοιχείου, και αρνούνταν την σωτηρία της σαρκός και την ανάσταση[54]. Εφόσον  λοιπόν η σωτηρία για τον Γνωστικισμό ταυτίζεται μόνο με τη λύτρωση του πνευματικού στοιχείου, κατά συνέπεια προορισμένο για να σωθεί είναι μόνο η ψυχή και όχι το υλικό σώμα το οποίο καταδικάζεται[55], τότε η κατάσταση της διαίρεσης των δύο φύλων, η οποία χαρακτηρίζει το υλικό σώμα,  δεν μπορεί να είναι ιδανική κατάσταση αλλά ταυτίζεται με την πτώση, αποτελεί σχέδιο ενός κακού δημιουργού Θεού. Κατά συνέπεια πρέπει να αναιρεθεί και να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην πρωταρχική κατάσταση της ενοφυλίας. Τελικός προορισμός του ανθρώπου για τον Γνωστικισμό είναι να υπερβεί τη διάσπαση των φύλων και να καταστεί ανδρόγυνος και αρρενοθήλυς όπως είναι ο πρωταρχικός πνευματικός Άνθρωπος, ο οποίος αποτελεί το αιώνιο πρότυπο. Ο καθηγητής Π. Χρήστου τονίζει χαρακτηριστικά: «η εις δύο φύλα διάσπασις του ανθρωπίνου γένους είναι κατάστασις αφύσικος και προσωρινή, της οποίας επιβάλλεται η υπέρβασις προς κατάληξιν εις την ενοφυλίαν ή αφυλίαν». Για τον Γνωστικισμό «η ενοφυλία καθίσταται τό έπιζητούμενον ιδεώδες»[56].

Στην  Ορθόδοξη θεολογία  υπάρχει η εσχατολογική προοπτική της σωτηρίας που ταυτίζεται με τη μέλλουσα ανάσταση, τη λύτρωση από τη φθορά και το θάνατο, τη σωτηρία σώματος και ψυχής. Όπως επισημαίνει ο άγιος Ειρηναίος στην αντιγνωστική του πολεμική, η τελειότης υπάρχει στο τέλος, όχι στην αρχή[57]. Αντίθετα  στο Γνωστικισμό  η  εσχατολογία   ταυτίζεται με την επιστροφή σε αυτή την ιδεατή πρωταρχική πνευματική κατάσταση που βίωνε η ψυχή πριν τον εγκλωβισμό στο υλικό σώμα, την απελευθέρωση από τα δεσμά του υλικού σώματος[58]. Ο σκοπός της ανθρώπινης  ύπαρξης λοιπόν είναι να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος το θείο στοιχείο,  το οποίο είναι εγκλωβισμένο μέσα στο υλικό του σώμα[59]. Ο άνθρωπος όμως δεν γνωρίζει τον τρόπο εξόδου από τον υλικό κόσμο και την είσοδό του στον κόσμο του πνεύματος και του φωτός. Η μυστική αυτή Γνώση δίνεται στον Γνωστικό από τον Σωτήρα ο οποίος είναι ο Ιησούς  Χριστός[60]. Η ταύτιση της σωτηρίας με την επιστροφή σε αυτή την πρωταρχική κατάσταση  εκφράζεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο στο γνωστικό ευαγγέλιο του Θωμά όπου στην ερώτηση των μαθητών  σχετικά με τα έσχατα και την τελική σωτηρία ο Ιησούς τους απάντησε: «Μήπως ανακαλύψατε την αρχή, ώστε να αναζητάτε και το τέλος; Γιατί όπου είναι η αρχή εκεί θα είναι και το τέλος. Μακάριος όποιος βρει τη θέση του στην αρχή αυτός θα γνωρίσει το τέλος και δεν θα γευθεί θάνατο»[61]. Στον Γνωστικισμό λοιπόν τα έσχατα ταυτίζονται με την αρχή και σωτηρία είναι η επιστροφή σε αυτή την πρωταρχική πνευματική κατάσταση. Κατά συνέπεια ο Γνωστικός  δεν επιδιώκει ανακαίνιση, ανάσταση και αφθαρτοποίηση της ανθρώπινης ύπαρξης,  αλλά απεγκλωβισμό από τα δεσμά του υλικού σώματος και επιστροφή σε αυτήν πρωταρχική πνευματική κατάσταση όπου η ψυχή ήταν δίπλα στο Ύψιστο Θεό Πατέρα[62].

Ο Γνωστικισμός, συνεπής στην αντικοσμική του στάση,  διδάσκει ότι ο άνθρωπος πρέπει να αρνηθεί να υποταχθεί στον δημιουργό Θεό της Παλαιάς Διαθήκης, ενός κακού θεού,  του υλικού σώματος  και σε όλες τις διακρίσεις και διαιρέσεις που αυτός έχει επιβάλλει. Μία από αυτές είναι η διάκριση των δύο φύλων. Η Βασιλεία του Θεού, όπως περιγράφεται στην Τρίμορφο Πρωτέννοια, κείμενο της γνωστικής βιβλιοθήκης του Χηνοβοσκίου ή Nag Hammadi, είναι απόδραση από την πολλαπλότητα των μορφών και  αποκατάσταση σε μια πρωταρχική  ενότητα η οποία διαταράχθηκε από τον εγκλωβισμό της ψυχής εντός  του υλικού σώματος. Εάν η πτωτική κατάσταση για τον Γνωστικισμό αποτελεί το γεγονός της διαίρεσης σε δύο φύλα, όπως τονίσαμε παραπάνω,  ο απεγκλωβισμός από τα δεσμά του υλικού σώματος και η σωτηρία ταυτίζεται με την είσοδο σε μια κατάσταση οντολογικής ένωσης και  κατάργησης των δυο φύλων, μιας  ενοφυλίας όπου «οκ στιν οτε θλυ οτε ρσεν, λλά καινή κτίσις, “καινός νθρωπος”, στιν ρσενόθηλυς», όπως επεσήμαναν οι Ναασηνοί[63]. Αυτή η κατάσταση της ενοφυλίας περιγράφεται στο Γνωστικό ευαγγέλιο του Θωμά όπου στην ερώτηση των    μαθητών του  για τον τρόπο εισόδου στη Βασιλεία του Θεού και τη σωτηρία ο Ιησούς απάντησε: «όταν κάνετε  τα δύο  ένα, και  το εσωτερικό όπως το εξωτερικό και το εξωτερικό όπως το εσωτερικό, και το πάνω όπως το κάτω, αυτό είναι, και όταν   το αρσενικό και το  θηλυκό το κάνετε να είναι  ένα και το αυτό, έτσι ώστε το αρσενικό να μην είναι αρσενικό και το θηλυκό να μην είναι πια θηλυκό,…τότε  θα εισέλθετε στη Βασιλεία των Ουρανών»[64]. Επίσης σε ένα άλλο σημείο του γνωστικού ευαγγελίου του Θωμά τονίζεται ότι η προϋπόθεση για να εισέλθει μια γυναίκα  στην Βασιλεία των Ουρανών  είναι να αλλάξει φύλο και να γίνει άνδρας. Χαρακτηριστικά παρουσιάζεται ο Πέτρος να υποστηρίζει ότι η Μαρία η Μαγδαληνή δεν πρέπει να είναι μέσα στον κύκλο των μαθητών και τότε ο Ιησούς τού απαντά: «Να, θα την ελκύσω ώστε να την κάνω άντρα, για να γίνει και αυτή πνεύμα ζωντανό όμοιο με εσάς τους άνδρες γιατί κάθε γυναίκα που θα γίνει άνδρας  θα εισέλθει στη Βασιλεία των Ουρανών»[65]. Επίσης στο γνωστικό ευαγγέλιο του Φιλίππου  η κατάσταση του οντολογικού χωρισμού  των δύο φύλων αποτελεί  έκπτωση από την ιδεατή πνευματική κατάσταση και είσοδο μέσα στο βασίλειο του θανάτου.  Αυτήν την οντολογική διαίρεση των δύο φύλων την αποκαθιστά ο Χριστός ο οποίος με αυτόν τον τρόπο παρέχει τη σωτηρία και τη λύτρωση από το θάνατο[66]. Στο κατ’  Αιγυπτίους  γνωστικό ευαγγέλιο, στην ερώτηση  της Σαλώμης προς τον Ιησού πότε θα επέλθει η σωτηρία και θα καταργηθεί ο θάνατος, ο Ιησούς  τής απάντησε: «ταν τ τς ασχνης νδυμα πατσητε, κα ταν γνηται τ δο ν, κα τ ρρεν μετ τς θηλεας, οτε ρρεν οτε θλυ»[67]. Επίσης ο Επιφάνιος Κύπρου περιγράφει ένα όραμα που ισχυριζόταν ότι είδε η  Κυΐντιλλα ή Πρίσκιλλα της γνωστικής αίρεσης των Κυιντιλλιανών σύμφωνα με το οποίο  είδε τον Ιησού με τη μορφή γυναίκας να της  αποκαλύπτει την εικόνα της ουράνιας και πνευματικής Ιερουσαλήμ[68]. Από τα παραπάνω που αναφέραμε συμπεραίνουμε ότι η εσχατολογική προσδοκία του Γνωστικισμού ταυτίζεται με την  αναίρεση του χωρισμού μεταξύ αρσενικού και θηλυκού, που επέβαλλε ο κακός δημιουργός, κατ’ αυτούς, τον οποίον ονόμαζαν οι Μανιχαίοι άρχοντα του σκότους[69], δημιουργώντας το υλικό σώμα. Ο άνθρωπος καλείται να γίνει είτε  μια ενοποιημένη ύπαρξη, όπου ταυτόχρονα θα υφίσταται το θηλυκό και το αρσενικό όπως επισημάναμε παραπάνω, είτε να γίνει ένα  άφυλο όν, κατάσταση κατά την οποία  είτε θα ομοιάζει με τα βρέφη που δεν έχουν επίγνωση σε πιο φύλο ανήκουν, όπως διδάσκει το γνωστικό ευαγγέλιο του Θωμά[70],   είτε θα μεταπηδήσει στο αντίθετο φύλο όπως στην περίπτωση της Μαρίας Μαγδαληνής, ομοιάζοντας με αυτόν τον τρόπο με τον Ιησού που εμφανίστηκε με γυναικεία μορφή στην Κυιντίλλα, ώστε να εισέλθει στη Βασιλεία των Ουρανών.

Αυτό  το  ιδεώδες,  η επιστροφή σε αυτή την κατάσταση  της ενοφυλίας  ή της αφυλίας, επιτυγχάνεται, ανάλογα με τη γνωστική ομάδα με δύο τρόπους: είτε με την  κατάχρηση του φύλου μέσω της ηθικής ασυδοσίας, όπως πρέσβευαν οι ελευθεριάζοντες Γνωστικοί, είτε με την αχρησία του φύλου, μέσω ενός ακραίου ασκητισμού και αποχής από τις γενετήσιες σχέσεις,   όπως πρέσβευαν οι εγκρατίτες Γνωστικοί. Σύμφωνα με τον Γνωστικισμό, στα επίγεια αντίτυπα των ουρανίων αρχετύπων  πρέπει να  εξεικονίζεται,  η  σε  ένα,  ένωση  των  αντιθέτων,  είτε  μέσω  της σαρκικής ένωσης, όπως στους ελευθεριάζοντες Γνωστικούς,  είτε μέσω της πνευματικής  ένωσης,  όπως  στους  αυστηρούς  Εγκρατίτες. Στο γνωστικό ευαγγέλιο του Φιλίππου αναφέρεται ότι ο Ιησούς ίδρυσε πέντε μυστήρια: «το βάπτισμα, το χρίσμα, την ευχαριστία, την απολύτρωση και τον ιερό νυμφώνα»[71]. Δεν γνωρίζουμε τι είδους ακριβώς ήταν αυτός ο ιερός  Νυμφώνας στο οποίο αναφέρεται το γνωστικό ευαγγέλιο. Ίσως ήταν μια έκφραση για να δηλώσει την αλληγορική και  μυστική ένωση της ψυχής με τον πνευματικό κόσμο είτε για να δηλώσει μια πραγματική ένωση ανδρός και γυναικός  μέσω μιας σεξουαλικής τελετουργίας, με σκοπό την υπέρβαση της διττότητας  και της επίτευξης της ένωσης των αντιθέτων, αρσενικού και θηλυκού, κάτι το οποίο εφαρμοζόταν στις ελευθεριάζουσες γνωστικές ομάδες. Άλλωστε, σύμφωνα πάλι με το γνωστικό ευαγγέλιο του Φιλίππου, αυτοί που ενώνονται στον ιερό νυμφώνα θα νικήσουν το θάνατο και  έργο του Χριστού είναι να ακριβώς να αποκαταστήσει την ενότητα μεταξύ των δύο φύλων. Σωτηρία λοιπόν είναι η άρση της διάσπασης, μεταξύ αρσενικού και θηλυκού, επιστροφή στην αρχέγονη αφυλία ή ενοφυλία.  

Όσον αφορά την πρώτη ομάδα, αυτή των ελευθεριαζόντων γνωστικών, η κατάχρηση του φύλου επιτυγχάνεται με την σεξουαλική ελευθερία. Άλλωστε  είναι γνωστοί οι Νικολαΐτες[72], των οποίων οι σεξουαλικές πρακτικές καταδικάζονται μέσα στην Αγία Γραφή[73]. Άλλες ομάδες ήταν οι Σιμωνιανοί[74], οι Βασιλειδιανοί[75], οι Καϊνίτες[76], κ.α. Ο Επιφάνιος Κύπρου μας παρέχει πληροφορίες ότι αυτές οι  ελευθεριάζουσες γνωστικές ομάδες πρότρεπαν τους οπαδούς τους είτε «πιτελεν νδρν μετ γυναικν πολυμιξαν»[77], είτε να επιδίδονται σε ομοφυλοφιλικές πράξεις[78] και υποστήριζαν ότι οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να εγκρατεύονται και να χαλιναγωγούν τα σαρκικά τους πάθη, αλλά θα πρέπει να επιδίδονται σε κάθε είδους σαρκική απόλαυσης για να επιτύχουν τη σωτηρία[79]. Είναι χαρακτηριστική η προσταγή των ελευθεριαζόντων Γνωστικών: «μγηθι μετ' μο, να σε νενγκω πρς τν ρχοντα»[80] με την οποία εκφραζόταν η κλήση για ηθική ασυδοσία. Δεν  δίσταζαν μάλιστα να παρουσιάζουν  τον Χριστό ως αυτόν που δίδαξε και έπραξε τις αισχρές πράξεις των Γνωστικών[81]. Οι Ναασηνοί, μέσω των ομοφυλοφιλικών τους πρακτικών[82] πίστευαν ότι θα ομοιωθούν με τον ερμαφρόδιτο αρχετυπικό άνθρωπο, τον Αδάμαντα[83], μία πνευματική ανάβαση, επιστροφή στην προπτωτική κατάσταση, όπως διεκήρυτταν:  «πό των χοϊκν τς κτίσεως κάτωθεν μερν  πί τήν αώνιαν νω  οσίαν, που οκ στιν οτε θλυ οτε ρσεν, λλά καινή κτίσις, “καινός νθρωπος”, στιν ρσενόθηλυς»[84]. Μάλιστα, αν και χριστιανοί,  επικαλούνταν τα μυστήρια της  Κυβέλης και την πράξη του αυτοευνουχισμού του Άττιδος. Η Κυβέλη ήταν φρυγική  θεότητα  Σύμφωνα με τον μύθο ο Άττις ήταν βοσκός με ασυνήθιστη χάρη και αγαπημένος της Κυβέλης.  Ο Άττις ερωτεύτηκε μια νύμφη και η Κυβέλη εξοργίστηκε τόσο από την απιστία του ώστε προκάλεσε να καταλάβει τον Άττη  ιερή μανία και έκσταση ώστε  έφθασε στο σημείο να αυτοευνουχισθεί κάτω από ένα πεύκο και πέθανε. Μάλιστα οι ιερείς  των μυστηρίων της Κυβέλης, θρηνώντας το θάνατο του Άττιδος κάτω από μια κατάσταση έκστασης και μανίας, προέβαιναν σε αυτοευνουχισμό, μιμούμενοι τον Άττη[85].

Στον αντίποδα των  γνωστικών ομάδων με ελευθεριάζουσες και αντινομιστικές τάσεις, βρίσκονταν οι αιρετικές εκείνες γνωστικές  ομάδες, όπως οι Εγκρατίτες[86],οι Ιερακίτες,[87] οι Αδαμιανοί[88],οι Αποστολικοί[89]. Η συγκεκριμένη ομάδα υποστήριζε ότι ο Ιησούς ήρθε στον κόσμο για να κηρύξει την, κακώς νοουμένη από αυτούς, εγκράτεια[90], και για αυτό το λόγο επιδίδονταν σε αυστηρή άσκηση απαγορεύοντας κάθε είδους γενετήσιας πράξης, διατεινόμενοι  ότι  είναι μιαρή πράξη η συνουσία, ακόμη και μέσα στο γάμο ο οποίος καταδικαζόταν[91]. Στο επιχείρημά τους ότι ο Χριστός δεν νυμφεύθηκε και κατά συνέπεια οι άνθρωποι δεν πρέπει να παντρεύονται, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς τους απαντά ότι ο Ιησούς δεν νυμφεύθηκε, όχι διότι κατεδίκασε τον γάμο αλλά διότι δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος, ώστε να έχει ανάγκη έναν βοηθό κατά σάρκα όπως εμείς, αλλά Θεάνθρωπος, και ούτε είχε την ανάγκη να τεκνοποιήσει διότι δεν ήταν δούλος του θανάτου όντας  αΐδιος[92]. Για την Ορθόδοξη θεολογία ο γάμος είναι ιερός όπως και η τεκνογονία[93]. Η βίωση της παρθενίας και της εγκράτειας  από ορισμένους πιστούς δεν σημαίνει καταδίκη του γάμου και της τεκνογονίας αλλά αποτελεί έναν παράλληλο δρόμο, με αυτόν του έγγαμου βίου, επίτευξης  του καθ’ ομοίωσιν. Αποτελεί βίωση με έναν πιο έντονο  και απερίσπαστο τρόπο  των εντολών του Θεού. Οι  Πατέρες της συνόδου της Γάγγρας τόνισαν: «μες τοιγαρον, κα παρθενίαν μετ ταπεινοφροσύνης θαυμάζομεν, κα γκράτειαν μετ σεμνότητος κα θεοσεβείας γινομένην ποδεχόμεθα, κα ναχώρησιν τν γκοσμίων πραγμάτων μετ ταπεινοφροσύνης γόμεθα, κα γάμου συνοίκησιν σεμνν τιμμεν»[94].

Αν και οι δύο μεγάλες ομάδες γνωστικών αιρέσεων, οι ελευθεριάζουσες και οι εγκρατιτικές,  είχαν εκ διαμέτρου αντίθετες πρακτικές όμως  εκκινούσαν από τις ίδιες σωτηριολογικές και ανθρωπολογικές προϋποθέσεις: την καταδίκη του γάμου και της τεκνογονίας, «πχεσθαι γμου βολονται», όπως επισημαίνει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, εξαιτίας της άποψης ότι η ύλη και το σώμα  είναι εκ φύσεως κακά, έργο ενός κακού δημιουργού[95], «οτοι δ παραιτονται τν τεκνογοναν», αναφέρει ο άγιος Επιφάνιος[96], προκαλώντας τη ματαίωση   του δημιουργικού έργου του Θεού. Άλλωστε, όπως υποστήριζαν,   το έργο του Ιησού Χριστού,  ήταν «καταλσαι τ ργα τς θηλεας, θηλεας μν τς πιθυμας, ργα δ γνεσιν κα φθορν»,  δηλαδή την γέννηση και την τεκνοποιία[97]. Γι’  αυτό το λόγο η γνωστική  ομάδα των  Εγκρατιτών  αρνούνταν τον γάμο, «ο δι' γνεαν λλ' να θετσ τ ργα το δημιουργο»[98], θεωρώντας ότι είναι έργο του σατανά[99] και καλούσαν τους προσήλυτους οπαδούς τους, αν ήταν παντρεμένοι, να απέχουν από οποιαδήποτε γενετήσια σχέση χλευάζοντας την τεκνογονία. Κατά τον ίδιο τρόπο  οι ελευθεριάζοντες ομάδες επιδίδονταν σε  σεξουαλικές πρακτικές «μ ες τεκνογοναν»[100],  χωρίς  να έχουν ως σκοπό την τεκνογονία. Όπως χαρακτηριστικά  περιγράφει ο άγιος Επιφάνιος, εάν σε περίπτωση κάποιες γυναίκες έμεναν έγκυες τότε προέβαιναν σε εκτρώσεις αλλά και σε βρώση του εκτρωθέντος εμβρύου, ισχυριζόμενοι ότι δεν υπέπεσαν στην πλάνη του κακού δημιουργού, «οκ νεπαχθημεν  π το ρχοντος τς πιθυμας, λλ συνελξαμεν τ παρπτωμα το δελφο»[101], όπως έλεγαν χαρακτηριστικά.    

Ο απώτερος σκοπός όλων αυτών των γνωστικών πρακτικών και αντιλήψεων περί της ενοφυλίας και της άρσης του οντολογικού διαχωρισμού των δύο φύλων ήταν η καταδίκη του σώματος και της τεκνογονίας διότι πίστευαν ότι με αυτόν τον τρόπο θα σταματήσει να υφίσταται ο θάνατος. Στην ερώτηση της Σαλώμης, σύμφωνα με  το κατ’ Αιγυπτίους γνωστικό ευαγγέλιο,  προς τον Ιησού μέχρι πότε θα υφίσταται  ο θάνατος, η απάντηση του Ιησού ήταν η εξής: «μχρις ν τκτωσιν α γυνακες», δηλαδή η τεκνογονία τροφοδοτεί το θάνατο και ο θάνατος θα καταργηθεί όταν θα καταργηθεί και η τεκνογονία[102]. Πίστευαν ότι η παιδοποιία αποτελεί τροφή του θανάτου διότι μετά τη γέννηση έπεται η φθορά[103]. Αυτόν ακριβώς τον σκοπό εξυπηρετεί και το ιδεώδες της ενοφυλίας ή αφυλίας, η κατάργηση και η σύγχυση  των φύλων, ο οντολογικός αφανισμός τους,  που προβάλλει έντονα ο Γνωστικισμός. Η κατάργηση του φύλου, ή σύγχυση της σεξουαλικής ταυτότητας,  η άρση του οντολογικού διαχωρισμού των φύλων οδηγεί αναπόφευκτα στην κατάργηση της τεκνογονίας. Μέσα σε αυτή τη συνάφεια και η Μαρία η Μαγδαληνή, όπως παρουσιάζεται στο γνωστικό ευαγγέλιο του Θωμά, αποποιούμενη  το φύλο της που αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για τεκνογονία και γενόμενη άνδρας, αρνείται να τεκνοποιήσει, επίσης στο γνωστικό ευαγγέλιο του Θωμά οι μαθητές του Ιησού ομοιάζουν με μικρά παιδιά που απεκδύονται συμβολικά τα ενδύματά τους δηλαδή το σώμα τους[104] το οποίο είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τεκνοποιία,  παρακινούνται να γίνουν βρέφη που δεν έχουν ακόμη επίγνωση του φύλου τους και βέβαια δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν ώστε να εισέλθουν στη Βασιλεία των ουρανών[105]. Στο κατ’ Αιγυπτίους γνωστικό ευαγγέλιο η Σαλώμη μακαρίζεται διότι δεν τεκνοποίησε[106], καλείται να αποβάλλει «τς ασχνης τό νδυμα», δηλαδή το σώμα, και να αποποιηθεί το φύλο της[107]  και οι Ναασηνοί   απαγόρευαν  τη συνεύρεση με γυναίκες και είχαν  ομοφυλοφιλικές σχέσεις[108] με σκοπό να αποφύγουν την τεκνοποιία.  

Συμπερασματικά, οι αντιλήψεις του Γνωστικισμού τόσο περί δήθεν μιας αρχέγονης αρρενοθηλείας της ψυχής πριν τον εγκλεισμό της στο υλικό σώμα και τη διάσπαση  της σε δύο φύλα, όσο και η πίστη τους ότι  προορισμός της ψυχής είναι να απεγκλωβιστεί από το υλικό σώμα και να επιστρέψει σε αυτήν την αρχέγονη ανδρόγυνη ή άφυλη κατάσταση, προσδιορίζεται αποκλειστικά από την εχθρική τους στάση απέναντι στο υλικό σώμα, την καταδίκη του σώματος και του φύλου που φέρει, την καταδίκη της τεκνογονίας, είτε μέσω των εγκρατιτικών τάσεων είτε μέσω των  ηθικά ελευθεριαζόντων πρακτικών. Απώτερος σκοπός είναι η ματαίωση του δημιουργικού έργου του Θεού. Κατά συνέπεια, όλες αυτές οι ανθρωπολογικές αντιλήψεις είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με την ανθρωπολογία των Πατέρων της Εκκλησίας μας.

4.Φύλο και οντολογία στην Ορθόδοξη Θεολογία. Κριτική της θεωρίας των έμφυλων ταυτοτήτων

Οι Πατέρες της Εκκλησίας  μας, όπως ο άγιος  Επιφάνιος Κύπρου, ο άγιος Ειρηναίος Λουγδούνου, ο άγιος Ιππόλυτος Ρώμης, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς κ.α., αρνήθηκαν να  αποδεχτούν το παραπάνω ανθρωπολογικό και σωτηριολογικό μοντέλο που προέβαλλαν οι Γνωστικοί διότι ήταν εκ διαμέτρου αντίθετο με τη βιβλική ανθρωπολογία και ως εκ τούτου ακύρωνε  τη δυνατότητα της σωτηρίας του ανθρώπου. Ουσιαστικά  οδηγούσε σε μια παραχάραξη του  ευαγγελικού μηνύματος  του τι είναι ο άνθρωπος, ποια είναι η αρχή του, ποιος είναι ο προορισμός του, πως πρέπει να ζει και να πολιτεύεται επί της γης ούτως ώστε να κατορθώσει την πληρότητα της ζωής, την πνευματική εξέλιξη και πρόοδο του και εν τέλει τη δυνατότητα της σωτηρίας του.

Τόσο ο αρχαίος Γνωστικισμός όσο και οι σύγχρονες απόψεις περί Gender και εξάλειψης της διάκρισης των δύο φύλων, που παραθέσαμε παραπάνω, αν και εκκινούν από διαφορετικές θεωρητικές αφετηρίες όμως συγκλίνουν σε ένα βασικό σημείο:  το σώμα του ανθρώπου είναι από τη φύση του ατελές, «εν ελαττώματι» και πρέπει είτε να διορθωθεί είτε να απορριφθεί. Όπως ακριβώς οι Γνωστικοί ταύτιζαν τον αληθινό και αυθεντικό άνθρωπο μόνο με το πνευματικό του στοιχείο, κατά τον ίδιο τρόπο οι σύγχρονες θεωρίες περί έμφυλων ταυτοτήτων θεωρούν ότι το σώμα και το φύλο που φέρει ο άνθρωπος έχουν μια δευτερεύουσα θέση σε σχέση με την αυτοσυνειδησία και αυτοαντίληψη   του ανθρώπου. Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται από το γεγονός ότι οι θιασώτες της άποψης θεωρούν ότι το βιολογικό φύλο δεν ταυτίζεται με το κοινωνικό φύλο,  πιστεύουν ότι  θα πρέπει να παραθεωρείται το  τι πραγματικά είναι ο άνθρωπος βιολογικά, σε ποιο  φύλο ανήκει αντικειμενικά, και το οποίο είναι πασιφανές και αυταπόδεικτο, αλλά  θα  πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνο το τι εγώ πιστεύω ότι είμαι, το σε ποιο φύλο εγώ πιστεύω ότι ανήκω,  υποστηρίζοντας ότι το σώμα μπορεί να εκφράζει ότι ανήκω σε λάθος φύλο. Κατά συνέπεια, κατ’ αυτούς, πρέπει να δίνεται προτεραιότητα  αποκλειστικά και μόνο  στην αυτοσυνειδησία και αυτοαντίληψη του υποκειμένου, στην έμφυλη ταυτότητα που διαμορφώνει, και όχι στα βιολογικά χαρακτηριστικά του.  Όμως πολλές φορές αυτή η αυτοαντίληψη του ανθρώπου δεν συνάδει με την βιολογική πραγματικότητα και όπως επισημαίνει ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ.κ.Νικόλαος, αποτελεί μια ιδεοληψία¸ μια εμμονή, δηλαδή εισέρχεται μέσα στον άνθρωπο ένας λογισμός που λέει στον άνθρωπο ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι[109]. Επίσης ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος επισημαίνει ότι αυτό αποτελεί μια διάσταση φύσεως και βουλήσεως ή θελήσεως του ανθρώπου, αποτελεί μια  παρά φύση ψευδαίσθηση στον άνθρωπο, δεν μπορεί να θέλει άλλο και να είναι άλλο  η φύση του[110].Όπως οι Γνωστικοί προέβαλλαν την κατάσταση της ενοφυλίας ως ιδανική, κατά τον ίδιο τρόπο οι σύγχρονες περί Gender θεωρίες  προωθούν μία κατάσταση οντολογικής σύγχυσης μεταξύ των φύλων. Όπως οι Γνωστικοί μέσω αυτών των αντιλήψεων κατεδίκαζαν τον γάμο και την τεκνογονία, κατά τον ίδιο τρόπο οι σύγχρονες περί Gender θεωρίες έχουν ως αποτέλεσμα την άρνηση του γάμου και της τεκνογονίας.

Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι ενώ ζούμε σε έναν υλοκρατικό κόσμο, όπου η υλική απόλαυση έχει καταστεί το κύριο μέλημα του ανθρώπου υφίσταται αυτή η απαξίωση και εκμηδένιση της υλικής υπόστασης του ανθρώπου, του σώματος και του φύλου που φέρει. Μάλιστα είναι τραγελαφικό το γεγονός ότι ορισμένες φορές υποστηρίζεται από κάποιους ότι η Ορθόδοξη θεολογία είναι δήθεν αρνητική απέναντι στο σώμα και τα χαρακτηριστικά του. Όπως επισημαίνει ο Μακαριώτατος αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.Ιερώνυμος: «είναι απορίας άξιον πως άνθρωποι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως προοδευτικοί και φιλελεύθεροι, οι οποίοι κατηγορούν την Εκκλησία για απαξίωση και υποτίμηση της σωματικότητας στον άνθρωπο, πρεσβεύουν έναν ανθρώπινο “εαυτό” ανεξάρτητο από το σώμα. Πρόκειται για παρωχημένο δυισμό ενδεδυμένο με σύγχρονη ευτέλεια»[111].  Κατά συνέπεια, η αρνητική στάση της Ορθόδοξης θεολογίας απέναντι στις περί Gender θεωρίες επιβάλλεται εξαιτίας της ιερότητας και της αξίας που δίνει η Θεολογία στο σώμα και στα χαρακτηριστικά του ως δημιούργημα του Θεού. Όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, κατά τη δημιουργία του ανθρώπου, δεν υπάρχει κάποια χρονική προτεραιότητα της ψυχής έναντι του σώματος: «μα δ τ σμα κα ψυχ ππλασται, ο τ μν πρτον, τ δ στερον»[112].  Άλλωστε η  απορριπτική θέση των Πατέρων μας  απέναντι στον Γνωστικισμό αποδεικνύει ότι η Θεολογία καταφάσκει στο υλικό σώμα ως το πολύτιμο έργο του Θεού. Όπως σημειώνει ο  Άγιος Επιφάνιος, ούτε τα σώματα των ανθρώπων, ούτε τα υλικά στοιχεία είναι κακά από τη φύση τους, αλλά το κακό λαμβάνει υπόσταση μέσα από τις πράξεις των ανθρώπων. Ο Θεός  δημιούργησε τον κόσμο  και για αυτό τα πάντα είναι «καλά λίαν»(Γεν. 1,31)[113]. Το κακό δεν ταυτίζεται με το σώμα αλλά εντοπίζεται στο νου του ανθρώπου, στη βούληση του ανθρώπου, εξαιτίας της μη σωστής χρήσης, της παράχρησης  είτε του σώματος είτε της ψυχής[114]. Σε αντίθεση προς τους Γνωστικούς, που απέδιδαν τη δημιουργία σε κατώτερο δημιουργό Θεό, ο άγιος Ειρηναίος φρονεί ότι αυτή  είναι έργο του  Θεού Πατρός  δια του Υιού και του αγίου Πνεύματος. Τίποτα στη δημιουργία δεν είναι φύσει κακό. Η παρουσία του κακού δεν οφείλεται στην προαιώνια αντίθεση μεταξύ πνευματικού και υλικού στοιχείου, όπως ήθελαν οι Γνωστικοί, αλλά οφείλεται στη νίκη που σημείωσε ο εχθρός του Θεού, ο Διάβολος, κατά του ανθρώπου δια της αμαρτίας και κατέστρεψε τις αρμονικές σχέσεις  Θεού και ανθρώπων[115].

Ενώ οι περί Gender θεωρίες   υποστηρίζουν  ότι το πρόβλημα εντοπίζεται στο  σώμα του ανθρώπου και το φύλο του το οποίο ίσως πρέπει να διορθωθεί, η πατερική Θεολογία επιμένει να τονίζει ότι «οδν φαλον Θες ποησε»[116] και το κακό εντοπίζεται στις πράξεις των ανθρώπων[117].  Κακό δεν είναι η υλη αλλά « περηφανα τς ννοας, τ θρσος το τφου, λαζονεα τς τν νθρπων πρσεως»[118]. Tο εγωιστικό φρόνημα πρέπει να παταχθεί και όχι η ύλη, όπως αναφέρει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς[119]. Ακριβώς αυτό το εγωιστικό φρόνημα και η αλαζονεία της των ανθρώπων επάρσεως οδηγούν ανθρώπους να αμφισβητούν την ιερότητα του υλικού σώματος και να διατυπώνουν θεωρίες οι οποίες δεν έχουν κάποια επιστημονικότητα διότι η θεωρία περί διαχωρισμού βιολογικού και κοινωνικού φύλου δεν είναι το αποτέλεσμα μιας απροκατάληπτης έρευνας και μελέτης, ανάλυσης, παρατήρησης, χρήσης ορισμένης μεθόδου και επιστημονικών εργαλείων, όπως αρμόζει στην κάθε επιστήμη αλλά  είναι ουσιαστικά  προβολή προσωπικών πεποιθήσεων,   ίσως επιβεβαίωση και δικαίωση  ορισμένων   προσωπικών  επιλογών, στο να πείσουν πρώτα τον εαυτό τους και μετέπειτα την κοινωνία ότι το φύλο είναι κάτι το υποκειμενικό.

Η μη επιστημονικότητα της θεωρίας περί κοινωνικού φύλου φανερώνεται από το γεγονός ότι πρώτα διατυπώθηκε η θεωρία και μετά έγινε προσπάθεια να αποδειχθεί. Το γεγονός ότι η εν λόγω θεωρία  δεν ήταν το αποτέλεσμα ελεύθερης και απροκάλυπτης έρευνας  αποδείχθηκε  με τον πλέον τραγικό τρόπο στα πειράματα που έκανε ο εμπνευστής του «κοινωνικού φύλου» ο Νεοζηλανδός γιατρός John Money στο Πανεπιστήμιο Τζων Χόπκινς, ειδικευμένος στον ερμαφροδιτισμό, όπως αναφέραμε παραπάνω. Ο John Money προσπάθησε να αποδείξει ότι το βιολογικό φύλο είναι μια απάτη, μια αυθαιρεσία από την οποία θα μας απαλλάξει η εκπαίδευση. Το αποδεικτικό υλικό το «βρήκε» μελετώντας δίδυμα αγοράκια, τον Μπράιαν και τον Ντέιβιντ, εκ των οποίων τον Ντέιβιντ οι γονείς το μεγάλωσαν εξ ολοκλήρου ως κοριτσάκι για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της καταστροφής του πέους από ιατρικό λάθος. Ο John Money βλέπει σ’ αυτή τη μοιραία αναπηρία την ευκαιρία να αποδείξει  in vivo ότι το βιολογικό φύλο είναι μια απάτη, μια αυθαιρεσία από την οποία θα μας απαλλάξει η εκπαίδευση. Πείθει τους γονείς να μεγαλώσουν τον Ντέιβιντ σαν κορίτσι, χωρίς να του το πουν ποτέ – ούτε στον αδελφό του – ότι γεννήθηκε αγόρι. Ο γιατρός συνταγογραφεί στο παιδί, το οποίο μετονομάστηκε σε Μπρέντα, μια ορμονική θεραπεία και δεκατέσσερις μήνες αργότερα, του αφαίρεσε τους όρχεις. Οι γονείς ντύνουν το παιδί με φουστάνια, του χαρίζουν κούκλες, του μιλούν στο θηλυκό γένος. Σε ηλικία 6 ετών, οι δίδυμοι δείχνουν να ανταποκρίνονται θετικά στον ρόλο του φύλου που τους έχουν ορίσει. Ο Ντέιβιντ μεγάλωνε ως Μπρέντα. Ο John Money είναι πεπεισμένος ότι έχει αποδείξει ότι το βιολογικό φύλο εξαφανίζεται όταν του «μεταγγίζουμε» ένα άλλο γένος και υποστηρίζει ότι μόνο η εκπαίδευση κάνει τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται ως άνδρες ή γυναίκες. Έτσι γεννήθηκε η θεωρία του Gender. Όμως η φύση εκδικείται διότι η Μπρέντα μεγαλώνει με τρόπο οδυνηρό. Στην εφηβεία, αισθάνεται ότι η φωνή της γίνεται βαρειά, εξομολογείται ότι έλκεται από τα κορίτσια, αρνείται τον πλαστικό κόλπο που θέλει να της επιβάλει ο John Money. Η Μπρέντα σταματά  τη θεραπεία της και καταφεύγει  στο αλκοόλ. Η Μπρέντα αισθάνεται αγόρι περιορισμένο μέσα σε ένα σώμα κοριτσιού. Σαστισμένοι οι γονείς αποκαλύπτουν την αλήθεια στα δίδυμα. Η Μπρέντα γίνεται και πάλι Ντέιβιντ αλλά όλα αυτά  όμως αποσταθεροποίησαν ψυχικά τα αγόρια. Ο Μπράιαν αυτοκτονεί το 2002  και τον ακολουθεί ο Ντέιβιντ, στις 5 Μαΐου 2004. Γι’ αυτό το τραγικό τέλος ο John Money δεν κάνει καμία δήλωση[120]. Γι΄ όλους αυτούς τους λόγους  σε  συνέδριο που οργάνωσε το Ίδρυμα Heritage σχετικά με την συγκεκριμένη θεωρία, η πρόεδρος του Αμερικανικού Κολλεγίου Παιδιάτρων, Δρ. Michelle Cretella, είπε ότι η διευκόλυνση της σύγχυσης των φύλων στα παιδιά βοηθώντας τα να «μεταβαίνουν» στο αντίθετο φύλο είναι παιδική κακοποίηση, και ότι η προώθηση αυτής της θεωρίας είναι «ιδεολογία μασκαρεμένη ως επιστήμη»[121].

Η διάκριση των φύλων δεν είναι η επινόηση ενός κακού Θεού που δημιούργησε το υλικό σώμα  το οποίο καλούνται να διορθώσουν οι υποστηρικτές της Gender θεωρίας. Για την Ορθόδοξη Θεολογία η  διάκριση των φύλων δεν είναι το αποτέλεσμα της πτώσης του ανθρώπου η οποία πρέπει να αναιρεθεί και να οδηγηθούμε σε μια ανδρόγυνη ή άφυλη κατάσταση, όπως πίστευαν οι Γνωστικοί, αλλά έκφραση της πρόνοιας του Θεού. Επισημαίνει ο  Ιωάννης ο  Δαμασκηνός: «στε δι τ μ κτριβναι κα ναλωθναι τ γνος π το θαντου γμος πινενηται, ς ν δι τς παιδοποιας τ γνος τν νθρπων διασζηται. λλ' ροσι τυχν· Τ ον τρρεν κα θλυ” βολεται κα τ “αξνεσθε κα πληθνεσθε”; Πρς λξομεν, τι τ μν “αξνεσθε κα πληθνεσθε” ο πντως τν δι γαμικς συναφεας πληθυσμν δηλο. δνατο γρ Θες κα τρ τρπ τ γνος πληθναι, ε τν ντολν μχρι τλους τρησαν παραχρακτον. λλ' εδς Θες τ προγνσει ατο, “ πντα εδς πρν γενσεως ατν”, ς μλλουσιν ν παραβσει γνεσθαι κα θαντ κατακρνεσθαι, προλαβν ποησε τ ρρεν κα θλυ κα αξνεσθαι κα πληθνεσθαι προσταξεν»[122]. Όπως επισημαίνει και η Ιερά  Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος: «το φύλο στον άνθρωπο αποτελεί ιερή παρακαταθήκη και υπηρετεί στη βάση της ψυχοσωματικής συμπληρωματικότητας το μυστήριο της ζωής και της αγάπης. Υπό την έννοια αυτήν, δεν είναι επιλέξιμο, αλλά ως δώρο αποτελεί θείο χάρισμα στον άνθρωπο που πρέπει αυτός να αξιοποιήσει για τον αγιασμό του»[123].

Ο σεβασμός απέναντι στο σώμα και στο φύλο που φέρει διατυπώθηκε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο και συνοδικώς, στη σύνοδο της Γάγγρας. Η σύνοδος της Γάγγρας, η οποία συγκλήθηκε περίπου το 340, απαγορεύει  τις γυναίκες οι οποίες χάριν μιας υποτιθέμενης ασκήσεως να ενδύονται  ανδρικά ρούχα. Αναφέρει χαρακτηριστικά η σύνοδος: «Ε τις γυν δι νομιζομένην σκησιν μεταβάλλοιτο μφίασμα, κα ντ το εωθότος γυναικείου μφιάσματος νδρον ναλάβοι, νάθεμα στω»(13ος κανόνας)[124]. Ο λόγος που τίθεται αυτή η απαγόρευση δεν είναι χάριν κάποιου συντηρητισμού ή αντιφεμινισμού, όπως ασμένως θα προσάψουν ως κατηγορία ορισμένοι, αλλά διασφάλιση της ιερότητας του σώματος. Αν παρατηρήσουμε τη συνάφεια των κανόνων θα διαπιστώσουμε ότι η σύνοδος αντιτίθεται στις εγκρατιτικές τάσεις του Ευσταθίου και των οπαδών του, οι οποίοι ακολουθώντας τους εγκρατίτες Γνωστικούς μέμφονταν και καταδίκαζαν τον γάμο και την τεκνογονία[125]. Ως συνέπεια αυτής της αντικοσμικής τους στάσης ήταν ότι πολλές  γυναίκες που ανήκαν στους οπαδούς τους μέμφονταν το φύλο που ανήκαν και ενδύονταν ανδρικά ενδύματα χάριν κάποιας δήθεν ασκήσεως η οποία δεν ήταν εναντίον των παθών αλλά εναντίον του σώματος και της τεκνογονίας. Μάλιστα έφταναν στο σημείο να παρατούν τα  παιδιά τους «προφάσει τς σκήσεως», όπως μας πληροφορεί  ο 15ος  κανόνας[126]. Η  ανδρόγυνη τάξη πραγμάτων που προσπαθούσαν να επιβάλλουν οι Ευσταθιανοί φανερώνεται και από το γεγονός ότι οι γυναίκες οπαδοί του Ευσταθίου, αντίθετα με τα κοινωνικά ειωθότα της εποχής για τις γυναίκες, δεν έτρεφαν  κόμη αλλά μιμούνταν τους άνδρες, όπως αναφέρει ο 17ος κανόνας της συνόδου[127] προσπαθώντας μέσω αυτών των πρακτικών να μεταβούν στο αντίθετο φύλο. Κατά συνέπεια, η απαγόρευση της συνόδου ήταν ενάντια σε αυτή την ενοφυλία και  την άρση της οντολογικής διάκρισης  των φύλων που επιχειρούσαν οι Ευσταθιανοί και η οποία ως απώτερο σκοπό είχε την αποφυγή του γάμου, της τεκνογονίας που έφτανε ακόμα και στην αποφυγή  ανατροφής των τέκνων. Η  σύνοδος τόνισε την αξία του γυναικείου φύλου το οποίο δεν πρέπει να ξεφεύγει από τα οντολογικά του όρια και  να συγχέεται με το ανδρικό  κάτι το οποίο κατέληγε σε καταδίκη του σώματος και του γάμου. Ενώ οι οπαδοί του Ευσταθίου  ταύτιζαν το κακό με το σώμα και το φύλο που φέρει, οι Πατέρες της συνόδου επέμεναν  ότι ο πιστός δεν πρέπει να καταδικάζει το σώμα και το φύλο  χάριν κάποιας δήθεν ευσέβειας η οποία οδηγούσε στην υπερηφάνεια, όπως επισημαίνει ο 21ος κανόνας[128]. Ενώ οι οπαδοί του Ευσταθίου, μέσω της παρενδυσίας,  προσέβλεπαν σε ένα είδους ενοφυλίας ή αφυλίας,  όπου οι γυναίκες θα σταματούσαν την τεκνογονία ως κάτι κακό, οι Πατέρες της συνόδου τόνισαν την ιερότητα του γάμου και της τεκνογονίας. Κακό και αμαρτία δεν είναι ορισμένες δυνάμεις του σώματος και της ψυχής αλλά η παράχρηση τους. Αυτή η παράχρηση των δυνάμεων της ανθρώπινης ύπαρξης είναι και η αιτία γένεσης των παθών. Γι’ αυτό το λόγο ο αββάς Ποιμήν ανέφερε στον αββά Ισαάκ: «ημείς ουκ εδιδάχθημεν σωματοκτόνοι, αλλά παθοκτόνοι (είναι)»[129].

Οι παραπάνω απαγορεύσεις δεν πρέπει να συγχέονται με τις περιπτώσεις ορισμένων αγίων γυναικών οι οποίες μεταμφιεσμένες ως άνδρες εγκαταβίωσαν σε ανδρικά μοναστήρια. Αυτό το οποίο διαφοροποιεί αυτές τις αγίες γυναίκες από τις γυναίκες οπαδούς του Ευσταθίου είναι το κίνητρο της παρενδυσίας. Κίνητρο τους δεν ήταν η υποτίμηση του φύλου ούτε η καταδίκη της τεκνογονίας, όπως οι εγκρατίτες οπαδοί των Ευσταθιανών που καταπολεμούνται από τη σύνοδο της Γάγγρας αλλά είναι οι κοινωνικές συνθήκες που τις ωθούν να πράξουν αυτό. Έτσι, αυτές οι γυναίκες έπραξαν τούτο  είτε γιατί η οικογένειά τους ήθελε να τις παντρέψει παρά την θέληση των ιδίων (αγία Ευφροσύνη, αγία Απολλιναρία), είτε γιατί κάποιος τις πίεζε να συνάψουν  σχέσεις όπως ο Ιουστινιανός την αγία Αναστασία την Πατρικία[130],  είτε γιατί ήθελαν να απαρνηθούν το αμαρτωλό παρελθόν τους, όπως η Αγία Πελαγία που ήταν πρώην πόρνη. Στις παραπάνω περιπτώσεις η εκδοχή της εξωτερικής ανδροπρέπειας επιτρέπει στις μεταμφιεσμένες γυναίκες την είσοδό τους στη ζωή της μοναστικής άσκησης, ενώ αυτή της κοινωνικής ανδροπρέπειας τις επιτρέπει να παραμείνουν στην καινούργια τους έκφανση ανενόχλητες, για όσο καιρό αυτές επιλέξουν[131]. Αντίθετα, οι γυναίκες οπαδοί του Ευσταθίου μέσω της παρενδυσίας αποστρέφονταν το γάμο και κατά συνέπεια την τεκνογονία.

Είναι αναγκαίο να αναφέρουμε ότι παρόμοιες γνωστικές εγκρατιτικές τάσεις, όπως αυτές των Ευσταθιανών,  καταπολεμά και ο Ιερός Αυγουστίνος στο έργο του De Civitate Dei. Οι συγκεκριμένοι αιρετικοί υποστήριζαν ότι οι γυναίκες μετά την ανάσταση θα αναστηθούν ως άνδρες. Ο Αυγουστίνος,  αρνούμενος κατηγορηματικά αυτές τις αντιλήψεις,  υποστηρίζει ότι το φύλο είναι χαρακτηριστικό μέρος της φύσης  και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αλλάξει. Κατά συνέπεια οι γυναίκες θα αναστηθούν στην κοινή ανάσταση ως γυναίκες και όχι  ως άνδρες διότι η διάκριση των φύλων δεν είναι κάτι κακό το οποίο πρέπει να καταργηθεί[132]. Κακό είναι η αμαρτία, η φθορά και ο θάνατος. Μάλιστα συνδέει όλες αυτές τις αντιλήψεις περί αλλαγής φύλου  μετά την ανάσταση,  με τις διάφορες γνωστικές εγκρατιτικές αντιλήψεις που καταδίκαζαν το σώμα και τα χαρακτηριστικά του, και ένα από αυτά είναι το φύλο.

Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι η κυριολεκτική ερμηνεία του  χωρίου Ματθ.19,12: «εσν γρ ενοχοι οτινες κ κοιλίας μητρς γεννήθησαν οτως, κα εσν ενοχοι οτινες ενουχίσθησαν π τν νθρώπων, κα εσν ενοχοι οτινες ενούχισαν αυτος δι τν βασιλείαν τν ορανν. δυνάμενος χωρεν χωρείτω»,  οδήγησε πολλούς χριστιανούς, τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, στο φαινόμενο του αυτοευνουχισμού. Έτσι από τα μέσα του 2ου  αιώνα εμφανίζονται κρούσματα αυτοευνουχισμού,  αφαίρεση των γεννητικών οργάνων τους με δική τους πρωτοβουλία, παρά την παραίνεση των Πατέρων της Εκκλησίας να ακολουθήσουν το πνεύμα και όχι το γράμμα των λεγομένων του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου και να αποφύγουν το παράδειγμα του Ωριγένη, θεολόγου κατά τον 2ο και 3ο αιώνα, που αυτοευνουχίστηκε για να τιθασεύσει τα πάθη του.

Επίσης ο άγιος Επιφάνιος αναφέρεται σε μια αιρετική ομάδα που ονομάζονταν Ουαλήσιοι. Οι συγκεκριμένοι αιρετικοί προέβαιναν σε αυτοευνουχισμό υπακούοντας, υποτίθεται,  στους λόγους του Ιησού  ότι εάν σε σκανδαλίζει κάποιο από τα σωματικά σου μέλη σε συμφέρει να το αποκόψεις ώστε να εισέλθεις στην Βασιλεία των Ουρανών[133]. Μάλιστα ήταν τόση έντονη η πεποίθηση τους ότι έπρεπε να ευνουχιστούν, όχι μόνο οι οπαδοί τους, αλλά όλοι οι άνθρωποι, ώστε προέβαιναν και σε ακούσιο ευνουχισμό ανυποψίαστων ανδρών οι οποίοι  τύχαινε να φιλοξενηθούν στην οικία τους[134]. Εξαιτίας αυτών των πρακτικών τους κατέληγαν να είναι άφυλα όντα καθώς, όπως επισημαίνει ο άγιος Επιφάνιος, «οτε γρ τι νδρες εσ δι τ φρημνον οτε γυνακες δνανται εναι δι τ παρ φσιν»[135]. Αυτό το οποίο ωθούσε αυτούς τους αιρετικούς να επιδιώκουν αυτήν την άφυλη κατάσταση ήταν η καταδίκη   του υλικού σώματος και κατά συνέπεια της τεκνογονίας. Η προσπάθεια τους, είτε να πείσουν όλους τους ανθρώπους να αυτοευνουχιστούν είτε να τους ευνουχίσουν με εξαναγκασμό, υποκινούνταν  από ένα όραμα αφάνισης του υλικού κόσμου και βίωσης ενός σπιριτουαλισμού ξένου προς την Ορθόδοξη πνευματική ζωή. Αυτή η πρακτική τους αποτελούσε  εναντίωση στο δημιουργικό έργο του Θεού[136] και όπως τονίζει και ο 22ος αποστολικός κανόνας τέτοιου είδους πρακτική είναι «τς το Θεο δημιουργίας χθρός»[137]. Σύμφωνα με το άγιο Επιφάνιο η επιδίωξη αυτής της άφυλης κατάστασης αποτελεί  «φρενοβλβεια»[138] και παρερμηνεία των λόγων του Κυρίου ο οποίος, αν και τόνισε την αναγκαιότητα της εγκράτειας δεν υπονόησε ότι είναι κακό κάποιο μέλος του ανθρωπίνους σώματος διότι «τ παιδοποι ργανα  κ Θεο κεκτισμνα» είναι[139].

O Μ. Kuefler υποστηρίζει ότι η πρακτική αυτή αποτελεί επιρροή από το παγανιστικό παρελθόν των χριστιανών και ειδικότερα από την αρχαία λατρεία της φρυγικής θεότητας Κυβέλης. Σύμφωνα με μία από τις εκδοχές του μύθου, ο σύντροφος της θεάς, Άττις, αυτοευνουχίζεται σε κατάσταση αλλοφροσύνης στην οποία είχε παραδοθεί  από την ίδια την Κυβέλη εξαιτίας της απιστίας του. Οι ιερείς της θεότητας που ονομάζονταν Γάλλοι  έπρεπε να αυτοευνουχιστούν  δημόσια,  προκειμένου να υπηρετούν την Κυβέλη. O Μ. Kuefler, αναλογιζόμενος το γεγονός ότι η θεότητα αυτή συνέχισε να λατρεύεται και κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες μέχρι και περίπου τον 5ο  αιώνα, θεωρεί ότι η λατρεία της Κυβέλης ίσως επηρέασε τους χριστιανούς[140].

 Η Εκκλησία πάντως θέλοντας να περιορίσει το φαινόμενο του αυτοευνουχισμού, θέσπισε αυστηρούς κανόνες. Σύμφωνα με τους Αποστολικούς Κανόνες, ο ευνούχος που είχε προβεί σε αυτοευνουχισμό δεν θα μπορούσε να γίνει κληρικός: « κρωτηριάσας αυτόν μή γινέσθω κληρικός· ατοφονευτής γάρ στιν κα τς το Θεο δημιουργίας χθρός»(22ος κανόνας)[141],  ενώ σε περίπτωση που ένας εν ενεργεία κληρικός αυτοευνουχιζόταν, θα καθαιρείτο από την θέση του διότι το άτομο αυτό θεωρείτο φονεύς του εαυτού του: «Ε τις κληρικός ν αυτόν κρωτηριάσοι, καθαιρείσθω˙ φονες γάρ στιν αυτο»(23ος κανόνας)[142]. Τέλος, οποιοσδήποτε χριστιανός προέβαινε σε αυτήν την πράξη, θα αφοριζόταν για διάστημα τριών ετών: «Λαικός αυτόν κρωτηριάσας φοριζέσθω τη τρία˙ πίβουλος γάρ στιν τς αυτο ζως»(24ος κανόνας)[143]. Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στην Νίκαια το 325, από τον κλήρο αποκλείονταν μόνον όσοι είχαν ευνουχιστεί έπειτα από δική τους επιθυμία. Αντίθετα όσοι είχαν ευνουχιστεί από βάρβαρους, τους αφέντες τους (σε περίπτωση που ήταν σκλάβοι) ή για ιατρικούς λόγους, μπορούσαν ενταχθούν ακώλυτα στο εκκλησιαστικό σώμα[144].

Εάν τα παραπάνω που αναφέραμε αποδεικνύουν ότι η περί Gender θεωρία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την Ορθόδοξη Θεολογία η σύγχυση μεταξύ φύσεως και βουλήσεως που επιχειρεί η εν λόγω θεωρία  αποδεικνύει ότι οδηγεί σε φιλοσοφικά άτοπα και κοινωνικά αδιέξοδα. Η θεωρία περί διαχωρισμού βιολογικού και κοινωνικού φύλου διαπράττει λοιπόν ένα σοβαρό σφάλμα μεθοδολογίας: συγχέει τη φύση με τη βούληση, την αναγκαιότητα με την ελευθερία. Όπως επισημαίνει ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Ναυπάκτου και αγίου Βλασίου  κ.Ιερόθεος:  «Ὅσο μιλον γιά τήν βούληση καί τήν λευθερία το προσώπου, ποτιμον τήν φύση, τήν ποία θεωρον ναγκαστική, φο δημιουργε νελευθερία, “δυσφορία”, “βία”. Μέ ατήν τήν ννοια θεωρεται, πως χει γραφ πό νθρώπους ατς τς νοοτροπίας, τι καί γάμος, πως τόν γνωρίζουμε καί πως λειτουργε μέ τόν τρόπο κφράσεως τν δύο φύλων –ρσενικο καί θηλυκο– καί τήν γέννηση τν παιδιν, θεωρεται ς μιά “ναγκαιότητα το νστίκτου”, πράγμα πού δεσμεύει καταργε τήν “λευθερία το προσώπου”. πότε, “διόρθωση το φύλου” συνδέεται, κατ’ ατούς, μέ τήν “λευθερία το προσώπου”»[145].

Ο υπερτονισμός της βουλήσεως και της ελευθερίας έναντι της φύσης οδηγεί σε πολλά άτοπα αποτελέσματα διότι εάν ισχύει τελικά η άποψη ότι το παιδί καλείται να επιλέξει ποιο φύλο τού αρμόζει όταν θα πάρει απόφαση αυτό το ίδιο,  τότε με αυτή τη λογική κάλλιστα μπορούν να ισχύουν οι απόψεις  ότι δεν πρέπει να μαθαίνουμε στο μικρό παιδί  να ομιλεί  κάποια γλώσσα αλλά να το αφήσουμε να επιλέξει πια γλώσσα θέλει να ομιλεί  όταν μεγαλώσει,  δεν πρέπει να του λέμε  ποιοι είναι οι γονείς του αλλά να τον αφήσουμε να επιλέξει ποιους γονείς θέλει όταν μεγαλώσει, δεν πρέπει να του μαθαίνουμε γράμματα και να τον αφήσουμε να επιλέξει όταν μεγαλώσει εάν θέλει να μάθει γράμματα, και άλλου τέτοιου είδους παράλογες προτάσεις  που δεν μπορούν να υπηρετήσουν την προσωπική ζωή του κάθε ανθρώπου και την κοινωνία και αποτελούν δείγματα μιας ιδιότυπης νεύρωσης και ενός ιδεοψυχαναγκασμού.

Το να αποδείξουμε  ότι διακρίνεται η φύση από την ελευθερία και τη βούληση δεν χρειάζονται ιδιαίτερα θεωρητικά επιχειρήματα καθώς η κοινή εμπειρία και η απλή παρατήρηση  το αποδεικνύει. Η ίδια η γέννηση ενός ανθρώπου είναι αποτέλεσμα φύσεως και όχι βούλησης. Κανένας δεν μας ρώτησε εάν θέλουμε, ή πότε θέλουμε να γεννηθούμε ή ποιοι θέλουμε να είναι οι γονείς μας ή ποια χαρακτηριστικά θέλουμε ή ποιο φύλο θέλουμε  να έχουμε διότι η φύση επιβάλλει μια αναγκαιότητα  η οποία υπερβαίνει τη βούληση και την ελευθερία του ανθρώπου. Στα προαναφερόμενα ζητήματα, στα ζητήματα δηλαδή της βιολογίας, η  οντολογική προτεραιότητα της φύσης έναντι της σκέψεως και της βούλησης χαρακτηρίζει τον άνθρωπο. Η Επιτροπή Βιοηθικής της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος αναφέρει: «Το φύλο, ως σημαντικό στοιχείο εξατομικεύσεως του ανθρώπου, διέπεται από την αρχή της μη ελεύθερης επιλογής, της σταθερότητας και της μη μεταβλητότητας»[146].

Ένα παρόμοιο φιλοσοφικό σφάλμα διέπρατταν και οι Αρειανοί οι οποίοι θέλοντας να αποδείξουν ότι ο Υιός είναι κτίσμα  έθεταν στους Ορθοδόξους υπό μορφή ερωτήματος το εξής εκβιαστικό δίλημμα: «Θέλων εγέννησεν ο Πατήρ τον Υιόν, ή μη θέλων;»[147]. Ο στόχος του εκβιαστικού αυτού διλήμματος ήταν προφανής: αν οι Ορθόδοξοι απαντούσαν ότι ο Πατήρ γέννησε τον Υιό με τη θέλησή του («θέλων»), τότε θα έπρεπε να δεχτούν ότι ο Υιός δεν διαφέρει οντολογικά σε τίποτε από τα κτίσματα. Αν πάλι απαντούσαν ότι ο Πατήρ γέννησε τον Υιό χωρίς τη θέλησή του («μη θέλων»), τότε θα έπρεπε να δεχτούν ότι ο Υιός γεννήθηκε κατ' ανάγκην από τον Πατέρα, πράγμα που θα ήταν τελείως απαράδεκτο, γιατί θα έθετε σε αμφισβήτηση και αυτή τη θεότητα του Πατρός[148]. Οι Πατέρες απέδειξαν ότι το παραπάνω δίλλημα ήταν ένα ψευδοδίλλημα και  τόνισαν ότι δεν πρέπει να συγχέεται η φύση με τη βούληση υποστηρίζοντας: «Ούτε θέλων τοίνυν εγέννησεν(ενν. Ο Πατήρ τον Υιό), ούτε μη θέλων, αλλ’ υπερβολή φύσεως. Υπερβαίνει γαρ η θεία φύσις βουλήν, και ουχ υποπίπτει χρόνω, ούτε ανάγκη άγεται»8[149]. Ο Μ. Αθανάσιος επεσήμανε ότι «όσω του κτίσματος ο υιός υπέρκειται, τοσούτω και της βούλησης το κατά φύσιν»[150] το οποίο σημαίνει ότι η φύση και η βιολογία επιβάλλει μια αναγκαιότητα και αδήριτη ανάγκη  την οποία δεν μπορούμε να υπερβούμε. Το σπίτι του λ. χ., παρατηρεί ο Μ. Αθανάσιος, το κατασκευάζει κανείς αφού πρώτα σκεφτεί και αποφασίσει για το πώς θα γίνει. Τον υιό του όμως δεν μπορεί να τον προσδιορίσει οντολογικά με τη σκέψη και τη βούλησή του, αλλά απλώς τον γεννά «κατά φύσιν» υπακούοντας σε μια αναγκαιότητα της φύσεως[151]. Το ίδιο συμβαίνει και με τα βιολογικά χαρακτηριστικά τα οποία δεν είναι δυνατόν να τα προσδιορίσει κάποιος με τη βούληση ούτε επίσης  η φυσική τους αναγκαιότητα  μπορεί να ακυρωθεί από την σκέψη και τη βούληση.

Η φύση του ανθρώπου επιβάλλει ένα σύνολο  βιολογικών διαφορών μεταξύ των δύο φύλων που δεν εντοπίζονται μόνο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, ή σε επίπεδο DNA αλλά και σε ψυχολογικό επίπεδο. O διακεκριμένος ομότιμος Καθηγητής Νευρολογίας και πρ. Διευθυντής Α΄ Νευρολογικής Κλινικής ΑΠΘ κ. Σταύρος Μπαλογιάννης, σε ομιλία του με θέμα: «Συμπεράσματα επί της ψυχοσωματικής διακρίσεως των δύο φύλων από την μελέτην του εγκεφάλου», στηριζόμενος σε πλήθος ερευνητικών εργασιών από διεθνώς καταξιωμένους επιστήμονες, τόνισε πως υπάρχουν πολλές και μεγάλες διαφορές ανάμεσα στον ανδρικό και τον γυναικείο εγκέφαλο, τόσο μορφολογικές όσο και λειτουργικές, διακρίνονται από τη γέννηση ακόμη του ανθρώπου και παραμένουν σταθερές καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, ερμηνεύουν δε ένα σύνολο διαφοροποιήσεων στα χαρακτηριστικά των δύο φύλων[152].

Η ιατρική έκθεση του «Αμερικανικού Κολλεγίου Παιδιάτρων» (εθνικής οργανώσεως με μέλη σε 47 Πολιτείες της Αμερικής με σκοπό την προώθηση της υγείας και ευημερίας των παιδιών) προτρέπει τους επαγγελματίες υγείας, εκπαιδευτές και νομοθέτες να απορρίψουν όλες τις πολιτικές που προδιαθέτουν τα παιδιά να δεχτούν ως φυσιολογική μια ζωή χημικής και χειρουργικής πλαστοπροσωπίας του αντίθετου φύλου. Τα γεγονότα –και όχι η ιδεολογία- καθορίζουν την πραγματικότητα. Η ανθρώπινη σεξουαλικότητα είναι ένα αντικειμενικό βιολογικό δυαδικό γνώρισμα: Τα χρωμοσώματα «ΧΨ» και «ΧΧ» είναι γενετικοί δείκτες του αρσενικού και θηλυκού αντιστοίχως – και όχι γενετικοί δείκτες κάποιας διαταραχής. Ο κανόνας του ανθρώπινου σχεδιασμού είναι να συλλαμβάνεται είτε ως αρσενικό είτε ως θηλυκό. Η ανθρώπινη σεξουαλικότητα είναι δυαδική εκ φύσεως με προφανή στόχο την αναπαραγωγή και άνθηση του είδους μας. Αυτή η αρχή είναι αυταπόδεικτη. Κανείς δεν γεννιέται με κοινωνικό φύλο (Gender). Όλοι γεννιούνται με ένα βιολογικό φύλο. Το κοινωνικό φύλο –Gender- (επίγνωση και αίσθηση του εαυτού μας ως αρσενικού ή θηλυκού) είναι μία κοινωνιολογική και ψυχολογική έννοια όχι αντικειμενική βιολογική έννοια. Η πεποίθηση ενός ατόμου ότι αυτός ή αυτή είναι κάτι που δεν είναι, στην καλύτερη περίπτωση χαρακτηρίζεται ως σημάδι μπερδεμένης σκέψης. Όταν ένα κατά τα άλλα υγιές βιολογικά αγόρι πιστεύει ότι είναι κορίτσι ή ένα κατά τα άλλα υγιές βιολογικά κορίτσι πιστεύει ότι είναι αγόρι, υπάρχει ένα αντικειμενικά ψυχολογικό πρόβλημα που εντοπίζεται στο μυαλό και όχι στο σώμα και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται έτσι. Αυτά τα παιδιά υποφέρουν από δυσφορία γένους. Τα παιδιά προεφηβικής ηλικίας που χρησιμοποιούν ορμόνες που μπλοκάρουν την εφηβεία για να υποδυθούν το αντίθετο φύλο θα χρειαστούν ορμόνες διασταύρωσης φύλου σε προχωρημένη εφηβεία. Ο συνδυασμός αυτός οδηγεί σε μόνιμη στειρότητα. Τα παιδιά αυτά δεν θα μπορέσουν ποτέ να συλλάβουν γενετικώς δικά τους παιδιά ούτε και μέσω τεχνητής γονιμοποίησης. Επιπλέον, οι ορμόνες διασταύρωσης φύλου (τεστοστερόνη και οιστρογόνα) συνδέονται με κινδύνους για την υγεία συμπεριλαμβανομένων και των καρδιακών παθήσεων, της υψηλής αρτηριακής πίεσης, των θρόμβων αίματος, του εγκεφαλικού, του διαβήτη και του καρκίνου. Τα ποσοστά αυτοκτονιών είναι 20 φορές υψηλότερα σε εφήβους που χρησιμοποιούν ορμόνες διασταύρωσης φύλου και υποβάλλονται σε εγχείρηση αλλαγής φύλου. Το να κάνεις τα παιδιά να πιστεύουν ότι μία ζωή χημικής και χειρουργικής μίμησης του αντίθετου φύλου είναι φυσιολογική και υγιής συνιστά κακοποίηση παιδιού. Το να ασπάζεσαι την ασυμφωνία μεταξύ φύλων ως φυσιολογική μέσω της δημόσιας εκπαίδευσης και των νόμιμων πολιτικών θα μπερδέψει παιδιά και γονείς, παρακινώντας περισσότερα παιδιά να εμφανιστούν σε «κλινικές φύλου» όπου θα τους χορηγηθούν φάρμακα αποκλεισμού της εφηβείας. Αυτό με τη σειρά του ουσιαστικά εξασφαλίζει ότι θα «επιλέξουν» μία ζωή καρκινογόνων και τοξικών γενικότερα ορμονών διασταύρωσης φύλου και πιθανόν θα σκεφτούν να προβούν και στον περιττό χειρουργικό ακρωτηριασμό υγιών τμημάτων του σώματός τους ως νεαροί ενήλικες[153].

Ασφαλώς υπάρχουν πολιτισμικές διαφορές σε όλες τις κοινωνίες σχετικά με τα δυο φύλα, όσον αφορά τους ρόλους, τη συμπεριφορά, τα ήθη και τα έθιμα. Ασφαλώς υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στο χθές και στο σήμερα  σχετικά με το ρόλο των φύλων και τη θέση τους μέσα στην κοινωνία. Παρά τις διαφορετικές όμως εκφράσεις του κάθε φύλου μέσα στις διαφορετικές κοινωνίες, τις διαφορετικές εκφράσεις του κάθε φύλου μέσα στην ίδια κοινωνία σε διαφορετική χρονική περίοδο, παρά λοιπόν τις πολιτισμικές διαφορές  παραμένει η αυτή πανανθρώπινη αντίληψη ότι η ανθρώπινη κοινωνία εξελίσσεται και προοδεύει μέσα στον χρόνο μόνο μέσα από τη διάκριση  των δυο φύλων και όχι μέσω της οντολογικής σύγχυσης των δύο φύλων, διότι μόνο με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η συνέχεια του ανθρωπίνου γένους, διότι δεν μπορεί να γίνει με άλλον τρόπο, διότι έτσι διδάσκει η φύση και η Βιολογία, διότι ο Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο «ρσεν κα θλυ»(Γέν.5,2). Άλλωστε και ο ίδιος o Freud τόνισε ότι  «η ανατομία είναι πεπρωμένο» το οποίο σημαίνει ότι είναι αδύνατο να μην είναι κανείς ή άνδρας ή γυναίκα. Όσο κι αν προσπαθεί κανείς να αλλάξει τα φαινόμενα, το υποκείμενο παραμένει τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους άλλους, ή άνδρας ή γυναίκα[154].

Επίλογος

Η Ορθόδοξη Θεολογία αντέδρασε σθεναρά απέναντι στις θρησκευτικές αντιλήψεις του Γνωστικισμού, στην άφρονα ματαιολογία, όπως την χαρακτηρίζει ο άγιος Επιφάνιος[155] που ήθελαν τον άνθρωπο να ταυτίζεται μόνο με το πνευματικό του στοιχείο απορρίπτοντας  το σώμα. Δεν δέχτηκε ότι η διάκριση των φύλων αποτελεί χαρακτηριστικό έκπτωσης από μια υποτιθέμενη παραδείσια άφυλη ή ανδρόγυνη κατάσταση, ούτε ότι η λύτρωση είναι απελευθέρωση από τα δεσμά του κακού υλικού σώματος και κατά συνέπεια επιστροφή σε μια ιδεατή αρρενοθήλεια κατάσταση. Παρόμοιες αντιλήψεις ενός συγκαλυμμένου Γνωστικισμού προβάλλουν και οι θιασώτες του λεγόμενου κοινωνικού φύλου (Gender) καθώς στο υπόβαθρο αυτής της θεωρίας μπορούμε να εντοπίσουμε αυτή την απαξίωση του υλικού σώματος και του βιολογικού του φύλου ταυτίζοντας τον πραγματικό άνθρωπο μόνο με τη σκέψη και τη βούληση του, θεωρώντας ότι το υλικό σώμα δεν μπορεί να προσδιορίσει την πραγματική ταυτότητα του ανθρώπου και όχι μόνο αυτό αλλά ίσως και την διαστρέφει. Όπως οι αρχαίοι Γνωστικοί θεωρούσαν ότι η ενοφυλία ή ένα είδος αφυλίας αποτελεί το ιδεώδες έτσι και η σύγχρονη θεωρία περί κοινωνικού φύλου προτάσσει ως ιδανική την κατάσταση ο άνθρωπος να είναι «ελεύθερος» από τα δεσμά του φύλου του σώματος του, να επιλέγει όποιο φύλο  θέλει ανάλογα με τις επιθυμίες του, και να ταυτίζεται με αυτό, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα άμεσα στην ύπαρξη του διαφορετικά φύλα ή να βιώνει μια άφυλη κατάσταση.

Για την Oρθόδοξη Θεολογία ο άνθρωπος είναι το συναμφότερον[156], σώμα και  ψυχή. Το σώμα του δεν είναι υποδεέστερο της ψυχής αλλά δημιούργημα του Θεού, ούτε η ψυχή του αποτελεί ένα κομμάτι της Θείας ουσίας που αναμένει την αφύπνιση ώστε να επιστρέψει σε μια άυλη και πνευματική κατάσταση. Για την Oρθόδοξη Θεολογία δεν υπάρχει κάτι από τη φύση του κακό αλλά  εξαιτίας της πτώσης, σώμα και ψυχή, βιώνει την ασθένεια της φθοράς και του θανάτου εξαιτίας των παθών.  «Νενόσηκεν ον φύσις τήν μαρτίαν»[157] και αυτή είναι η βασική θέση της Ορθόδοξης σωτηριολογίας, ότι το κακό είναι νόσος και η ανθρώπινη φύση έχει αρρωστήσει και χρειάζεται θεραπεία για να μπορέσει να ζήσει την όντως ζωή μακριά από κάθε τι το ψεύτικο[158].

Όλοι οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη τη θεραπευτική αγωγή της Ορθόδοξης πνευματικής ζωής έτσι όπως τη βίωσαν  οι Πατέρες μας, οι άγιοι μας. Στη ζωή των αγίων και στον τρόπο που αντιμετώπισαν τα διάφορα πνευματικά προβλήματα θα μπορέσουμε να βρούμε απαντήσεις σε όλα τα προβλήματα μας που πράγματι αναφύονται και απειλητικά προσπαθούν να κλονίσουν την ψυχική μας γαλήνη. Αυτοί είναι οι οδοδείκτες μας στην οδό της ζωής. Αντί να διατυπώνουμε λοιπόν θεωρίες οι οποίες νομίζουμε ότι θα δικαιώσουν τυχόν επιλογές μας, αντί να είμαστε πρεσβευτές θεωριών που προτρέπουν τους ανθρώπους να ενδυθούν ένα προσωπείο, και να υποδύονται έναν ψεύτικο ρόλο,  αντί να εκτρέφουμε έναν υπερφίαλο εγωισμό ώστε να νομίζουμε ό,τι σκεφτόμαστε και πράττουμε  είναι το σωστό, πρέπει να δούμε κατάματα το μέγεθος της ασθένειας μας, της νόσου του εγωισμού, της υπερηφανίας και της φιλαυτίας που καταδυναστεύει άπαντες και να έρθουμε σε αυτογνωσία για να  θεραπεύσουμε τον αληθινό εαυτό μας  από τα πάθη που τον καταδυναστεύουν μέσω της άσκησης, της ταπείνωσης, της εργασίας των εντολών του Θεού.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Αθανασίου Αλεξανδρείας, Κατά Αρειανών,  PG 26, 11-526.
  • Διδύμου του Τυφλού, Περί Αγίας Τριάδος, PG  39, 269-992.
  • Ειρηναίου  Λουγδούνου,  λεγχος  και  ανατροπ της  ψευδωνμου  γνσεως, PG 7, 437‐
  • Επιφανίου Κύπρου, ΚατΑιρσεων  Πανριον, PG 41, 155‐1200 και 42, 9 – 
    888.
  • Επιφανίου Κύπρου, Αγκυρωτός, PG 43,  11 – 236.
  • Ιππολύτου Ρώμης,Κατ πασν των αιρσεων λεγχος, PG 16, 3017 – 
  • Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, PG 94, 789-1128A.
  • Κλήμεντος Αλεξανδρέα, Στρωματείς, PG 8,  685 - 1382  και  PG 9,  9-602.
  • Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Διάλογος περί τς γίας τ κα μοουσίου Τριάδος, PG 75, 657A-1124C.
  •  Καραβιδόπουλου Ι., Απόκρυφα χριστιανικά κείμενα Α΄. Απόκρυφα Ευαγγέλια, (Βιβλική Βιβλιοθήκη 13). εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη
  •  The Nag Hammadi Library, revised edition. General editor: James M. Robinson, HarperCollins, San Francisco 1990.
  •  Σύνταγματῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων τῶν τε 
    Ἁγίωνκαί πανευφήμων Ἀποστόλων, καί τῶν Ἱερῶν Oἰκουμενικῶν 
    Tοπικῶν Συνόδων, καί τῶν κατά μέρος Ἁγίων Πατέρων, 
    ἐκδοθέν  ὑπό Γ. Ἀ .  Pάλλη  καί  Ποτλῆ, Ἀθήνησιν τ .  2,  1852, τομ.3,1853 (φωτογραφική  ἀνατύπωση  ἕκδ:   Γρηγόρη,  Ἀθήνα 1996).
  • Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.Ιερώνυμου, Χαιρετισμός στην Επιστημονική  Ημερίδα μέ θέμα: «Ταυτότητα φύλου: Μιά διεπιστημονική προσέγγιση». Πολεμικό Μουσείο 28/5/2017, https://www.impantokratoros.gr/DD27F6E7.el.aspx
  •  Δελτίο Τύπου της Ιεράς Συνόδου  της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Τρίτη συνεδρία  της Ιεράς Συνόδου (5/10/2017), http://ecclesia.gr/greek/holysynod/print_it.asp?id=2311&what_sub=d_typou
  •  Επιτροπή Βιοηθικής Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Κριτικές παρατηρήσεις στο Σχέδιο Νόμου για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, Σπάτα, 5 Ιουνίου 2017, http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/bioethics/peri_fylou.pdf
  •  Μητροπολίτου Ν. Ιωνίας Τιμοθέου Ματθαιάκη, γκόλπιον Εχολόγιον, ἐν Ἀθήναις2
  • Αρχιμ. Γεωργίου Χρυσοστόμου(νυν Μητροπολίτου Κίτρους και Κατερίνης), Σύγχρονες ευχολογιακές ανάγκες για τη συνάφεια υγείας και ασθενείας των πιστών, http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/liturgical/chrysostomos_anages.pdf
  •  Αρχιμ. Γεωργίου Χρυσοστόμου(νυν Μητροπολίτου Κίτρους και Κατερίνης), νοματοδοσία, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1991.
  • Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Τό πρόσωπο καί ἡ «διόρθωση τοῦ φύλου», http://www.parembasis.gr/index.php/el/mitropolitis-3/ni-various-articles/5019-2017-10-14
  •  Μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου, Συνέντευξη στην Χριστιανική Φοιτητική Δράση σχετικά με τη Θεματική Εβδομάδα «Σώμα και Ταυτότητα» στα Γυμνάσια, τη θέση του ανθρώπινου φύλου στην Εκκλησία και στην κοινωνία, την ομοφυλοφιλία και την αναζήτηση ταυτότητας του φύλου, http://alopsis.gr/
  •  Συνέντευξη Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου στον Realfm 97,8 για το νομοσχέδιο ταυτότητας φύλου, Δευτέρα 09 Οκτ 2017, http://www.enikos.gr/society/539530/o-mitropolitis-messinias-ston-realfm-978-gia-to-nomosxedio-taftot
  •  Ιωάννου Ρωμανίδη Πρωτοπρεσβυτέρου, Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989.
  •  Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, «Η χρήση της Αγίας Γραφής εναντίον των αιρέσεων από τον Άγιο Επιφάνιο Κύπρου»,(διαδακτορική διατριβή) Θεσσαλονίκη 1998.
  •  Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, Θεοσοφία. Σύνοψη του αρχαίου Αποκρυφισμού και έκφραση του σύγχρονου, Θεσσαλονίκη 2010.
  • Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, Αμαρτία: Ενοχή ή πένθος;,  Θεσσαλονίκη 2011.
  • Αρχιμ. Τιμόθεου Ηλιάκη, Περί "αλλαγής φύλου" και η ιστορία και χρήση μιας σχετικής ευχής, http://ektimotheou.blogspot.gr/2017/10/blog-post_22.html
  •  Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή Μουρτζάνου, «Ουκ ένι  άρσεν και θήλυ», http://www.imartis.gr/ πνευματική-γραφίδα/item/«ουκ-ένι-άρσεν-και-θήλυ».html
  • Αγουρίδου, Σ., «Ο άνθρωπος κατά τόν Άγιον Ειρηναίον έν αντιθέσει πρός τήν περί ανθρώπου εικόνα των Γνωστικών», στο Απόψεις Χριστιανικής ανθρωπολογίας, Θεσσαλονίκη 1970, σ. 55 – 68 και στο http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=patr&main=katixisi&file=Dialogoi/pagehtm
  •  Αγτζίδη, Β., Οι θεωρίες περί φύλου (Gender studies) ωςαλλοτρίωση. Από τον John Money  στην Judith Butler, https://kars1918.wordpress.com/2016/10/16/la-theorie-du-genre/
  •  Blavatsky, H. P., IsisUnveiled, II, New York 2006.
  •  Butler, J., Gender Trouble, Feminism and the Subversion of Identity, Routlege, New York and London, 1990.
  •  Ζελίνσκι, Θ., Ερμής ο Τρισμέγιστος, και οι αρκαδικές απαρχές του, μτφ.από τα ρωσικά Ολέγ Τσυμπένκο, Αθήνα 2001.
  •  Ζούκοβα, Ε., Μονάστριες που ασκήτεψαν σε ανδρικά μοναστήρια.Ήγουν Όσιες γυναίκες που άθλησαν με ανδρική μοναχική ενδυμασία, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2006.
  •  Foerster,W., Gnosis, Oxford 
  •  Godwin, J., Μυστηριακές θρησκείες του αρχαίου κόσμου,μτφ. Π. Χιωτέλλη, Αθήνα 1996.
  •  Grant, R. M., Gnosticism and early Christianity, N. York 1959.
  •  Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Γνωστικοί Τριαρχικοί Ανθρωπογονικοί, https://www.impantokratoros.gr/gnostikismos_triarchikoi_anthropogonikoi.el.aspx
  •  Kuefler, M., The Manly Eunuch: Masculinity, Gender Ambiguity and Christian Ideology in Late Antiquity, Chicago 2001.
  • Lanez, E., L’expérience tragique du gourou de «la théorie du genre».John Money, le père de la «théorie du genre», l’avait testée sur des jumeaux,31/01/2014| Le Point, http://www.lepoint.fr/societe/l-experience-tragique-du-gourou-de-la-theorie-du-genre-page-2-31-01-2014-1786513_23.php. Βλ. και ελληνική μετάφραση του άρθρου: Εμιλί Λανέζ, Η τραγική εμπειρία της «θεωρίας του γένους». Ο γκουρού John Money, ο πατέρας της «θεωρίας των δύο φύλων», είχε δοκιμάσει σε δίδυμα τη θεωρία του, https://kars1918.wordpress.com/2016/10/16/la-theorie-du-genre/ Sexual
  •  Lynne Henery, J., Early Christian Sex Change. The Ascetical Context of "Being Made Male" in Early Christianity, Dissertations (2009). http://epublications.marquette.edu/dissertations_mu/154/
  •  Μαρτζέλου, Δ. Γ., Η γέννηση του Υιού και η ελευθερία του Πατέρα κατά την πατερική παράδοση του Δ' αιώνα, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα: «Ο Επουράνιος Πατήρ» (10-13 Νοεμβρίου 1992). Ι. Μητρόπολις Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη 1993,σελ. 289-310.
  • Μπανιώκου, Γ., Το φύλο: Πεπρωμένο ή Κατασκευή; http://merimnaeaftou.blogspot.gr/2016/05/blog-post.html
  •  Orientation and Gender Expression in Social Work Practice, edited by Deana F. Morrow and Lori Messinger, Columbia University Press, 2006.
  •  Πηλίγκου, Α., Έμφυλες ταυτότητες. Κοινωνικές και χωρικές διαστάσεις, Ξάνθη 2012.
  •  Προκοπάκη, Κ., Ψυχίατρος παιδιών και εφήβων ΓΝΑ «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ», «Ταυτότητες Φύλου» (Έμφυλες Ταυτότητες) Αλήθειες και Ψέμματα, http://aktines.blogspot.gr/2017/03/blog-post_236.html
  •   Rubin, , The Traffic in Women. Notes on th political economy of sex, https://genderstudiesgroupdu.files.wordpress.com/2014/08/the-rraffic-in-women.pdf
  •  Τρεμπέλα, Π., Υπόμνημα εις τα επιστολάς της Κ. Διαθήκης, τ. Α΄, Αθήνα 1990.
  • Χρήστου, Π., «Ενοφυλία το ιδεώδες των Γνωστικών”, Κληρονομία,τομ. 5. τευχ. 1, Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 1-16 και στο  http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?contents=ecclesia_history/contents_texts.asp&main=texts&file=23.htm

________________________________

[1]Γρηγορίου του Παλαμά,   Προσωποποιίαι, PG 150, στ. 1361C: «…μή άν ψυχήν μόνην, μήτε σώμα μόνον λέγεσθαι άνθρωπον, αλλά το συναμφότερον, όν δη και κατ’ εικόνα πεποιηκέναι Θεός λέγεται».

[2]Emilie Lanez, L’expérience tragique du gourou de «la théorie du genre».John Money, le père de la «théorie du genre», l’avait testée sur des jumeaux,31/01/2014 | Le Point, http://www.lepoint.fr/societe/l-experience-tragique-du-gourou-de-la-theorie-du-genre-page-2-31-01-2014-1786513_23.php. Βλ. και ελληνική μετάφραση του άρθρου: Εμιλί Λανέζ, Η τραγική εμπειρία της «θεωρίας του γένους». Ο γκουρού John Money, ο πατέρας της «θεωρίας των δύο φύλων», είχε δοκιμάσει σε δίδυμα τη θεωρία του, https://kars1918.wordpress.com/2016/10/16/la-theorie-du-genre/ 

[3]Βλ.Sexual Orientation and Gender Expression in Social Work Practice, edited by Deana F. Morrow and Lori Messinger, Columbia University Press, 2006, σελ.8.

[4]Βλ. το λήμμα «έμφυλη ταυτότητα ή κοινωνικό φύλο». Πηγή: www.thefylis.uoa.gr. Βλ. επίσης και Judith Butler, Gender Trouble, Feminism and the Subversion of Identity, Routlege, New York and London, 1990, σελ.10.

[5] Αγγελική Πηλίγκου, Έμφυλες ταυτότητες.  Κοινωνικές και χωρικές διαστάσεις, Ξάνθη 2012,σελ.19.

[6] https://genderstudiesgroupdu.files.wordpress.com/2014/08/the-rraffic-in-women.pdf

[7]Βλ.Judith Butler, Gender Trouble: Feminism and the Subversion of Identity, Routlege, New York and London  1990.

[8]Αγγελική Πηλίγκου, ο.π.,σελ.22.

[9]Β. Αγτζίδη, Οι θεωρίες περί φύλου (Gender studies) ως αλλοτρίωση, Από τον John Money  στην Judith Butler, https://kars1918.wordpress.com/2016/10/16/la-theorie-du-genre/

[10] Βλ.J.Butler, ο.π.,σελ.22,24,127,129,141.

[11]Κ. Προκοπάκη, Ψυχίατρος παιδιών και εφήβων ΓΝΑ «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ», «Ταυτότητες Φύλου» (Έμφυλες Ταυτότητες) Αλήθειες και Ψέμματα, στο  http://aktines.blogspot.gr/2017/03/blog-post_236.html

[12]Βλ.Δελτίο Τύπου της Ιεράς Συνόδου, Τρίτη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας
(5/10/2017),
http://ecclesia.gr/greek/holysynod/holysynod.asp?id=2311&what_sub=d_typou

[13]Μητροπολίτου Ν. Ιωνίας Τιμοθέου Ματθαιάκη, γκόλπιον Εχολόγιον, ἐν Ἀθήναις2 1985, σελ.309-310.

[14]Βλ. Αρχιμ. Γεωργίου Χρυσοστόμου(νυν Μητροπολίτου Κίτρους και Κατερίνης), Σύγχρονες ευχολογιακές ανάγκες για τη συνάφεια υγείας και ασθενείας των πιστών, σελ.32, στοhttp://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/liturgical/chrysostomos_anages.pdf και του ιδίου, νοματοδοσία, έκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1991, σελ.122. Σύμφωνα με τον αρχιμ. Τιμόθεο Ηλιάκη «το θέμα της αλλαγής ή μάλλον της διόρθωσης φύλου το αντιμετώπισαν από κοινού για πρώτη φορά Πολιτεία και Εκκλησία το 1963 όταν έγινε ιατρική παρέμβαση και διόρθωση σε άτομο  με οργανική  σύγχυση φύλου  και το Υπουργείο Εσωτερικών ζήτησε την γνώμη της Εκκλησίας για την ταυτότητα του ατόμου. Το θέμα το χειρίστηκε με Συνοδική εντολή ο μακαριστός Μητροπολίτης Παραμυθίας, Τίτος Ματθαιάκης που ζήτησε και έλαβε τις γνώμες των Καθηγητών επί του Κανονικού Δικαίου Αμίλκα Αλεβιζάτου και Παθολογίας Γεωργίου Μερίκα, Διευθυντού της Παθολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου "Ευαγγελισμός", που συμφωνούσαν πως μόνο με την παρέμβαση της επιστήμης θα μπορούσε το άτομο αυτό να ζήσει μια φυσιολογική ζωή κάτι που ήδη έγινε και το μόνο που έμενε ήταν η ρύθμιση της ονοματοθεσίας και ότι η Εκκλησία με αγάπη και στοργή θα πρέπει να λάβει ειδική ποιμαντική μέριμνα για αυτό το άτομο και όσα άλλα παρουσιασθούν στο μέλλον κάτι που Εκκλησία δέχθηκε και τότε προέκυψε η ανάγκη μιας ειδικής ευχής για την νέα ονοματοθεσία του ατόμου αφού αυτό ήταν ήδη βαπτισμένο. Το κενό που υπήρχε στα Ευχολόγια της Εκκλησίας κάλυψε ο σοφός και λόγιος Μητροπολίτης, τότε ο Μαρωνείας και μετά ταύτα Ν.Ιωνίας, μακαριστός Τιμόθεος Ματθαιάκης που συνέταξε ειδική ευχή για την περίπτωση αυτή. Να σημειώσουμε εδώ πως την εποχή εκείνη η Επιστήμη έκανε την παρέμβασή της μόνο σε ενήλικα άτομα ενώ σήμερα με την πρόοδο που υπάρχει η παρέμβαση γίνεται  στη νηπιακή ηλικία».Βλ. Περί "αλλαγής φύλου" και η ιστορία και χρήση μιας σχετικής ευχής, στο  http://ektimotheou.blogspot.gr/2017/10/blog-post_22.html

[15]Η στάση του Χριστού απέναντι στις γυναίκες ανατρέπει την υποτιμητική στάση της εποχής του απέναντι στο γυναικείο φύλο καθώς ενάντια στα ειωθότα  δέχεται ως μαθήτριες γυναίκες (Λουκ. 8, 1-3), αφήνει να τον αγγίξει μια γυναίκα που είχε μόνιμο το στίγμα της αιμορραγίας (Λουκ. 8, 43-48), αφήνει να του αλείψει με μύρο τα πόδια μια γνωστή σε όλους αμαρτωλή γυναίκα (Λουκ. 7, 37-50), ανοίγει σοβαρή θεολογική συζήτηση με μια γυναίκα άλλης φυλής και αμαρτωλή, τη Σαμαρείτιδα, προκαλώντας την έκπληξη στους συγχρόνους του(Ιω. 4, 1-42). Τέλος, γυναίκες, οι Μυροφόρες, αξιώνονται να πληροφορηθούν πρώτες το γεγονός της Ανάστασης, να καταθέσουν  πρώτες τη μαρτυρία τους για το σωτήριο και κοσμοϊστορικό  γεγονός της Ανάστασης κάτι το οποίο δεν ήταν δεδομένο για την ανδροκρατούμενη εκείνη εποχή διότι η μαρτυρία μιας γυναίκας δεν λαμβανόταν υπόψη(Ματθ. 28, 1-10). Ο  Απόστολος  Παύλος τόνισε  ότι «πντες γρ υο Θεο στε δι τς πστεως ν Χριστ ᾿Ιησο· σοι γρ ες Χριστν βαπτσθητε, Χριστν νεδσασθε.  οκ νι ᾿Ιουδαος οδ Ελλην, οκ νι δολος οδ λεθερος, οκ νι ρσεν κα θλυ· πντες γρ μες ες στε ν Χριστ ᾿Ιησο» (Γαλ.3,26-27). Σύμφωνα με τον Απ. Παύλο η διαφοροποίηση των φύλων έχει να κάνει με το ρόλο, όχι με την αξία των προσώπων έναντι του Θεού. Η σωτηρία δεν είναι για τους άνδρες μόνο. Όπως κάθε διάκριση, είτε ανάμεσα στις εθνικότητες, είτε ανάμεσα στα θρησκεύματα, είτε στην κοινωνική και ταξική καταγωγή έχει καταργηθεί, έτσι και η διάκριση ανάμεσα στα φύλα δεν μπορεί να ισχύει στην Βασιλεία του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι ο  άνθρωπος δεν γίνεται πολίτης της επειδή είναι άνδρας, Ιουδαίος, ελεύθερος, αλλά κατά τη πίστη του. Η Εκκλησία ζητά τόσο από τη γυναίκα  όσο και από τον άνδρα να οικειωθούν την πίστη που τους οδηγεί στον αληθινό Θεό, στην μεταμόρφωση του κατ’ εικόνα τους στο καθ’ ομοίωσιν και να αναλάβουν το ρόλο που μπορούν, ανάλογα με το χάρισμά τους, στη ζωή της Εκκλησίας, στη ζωή της Βασιλείας του Θεού. Βλ.π. Θεμιστοκλή Μουρτζάνου, «Ουκ ένι άρσεν και θήλυ», http://www.imartis.gr/πνευματική-γραφίδα/item/«ουκ-ένι-άρσεν-και-θήλυ».html. Ο  λόγος του Απ. Παύλου  δεν υπονοεί ότι πρέπει να υπάρχει μια οντολογική σύγχυση, μεταξύ των φύλων εξάλειψη του οντολογικού διαχωρισμού των φύλων αλλά αναίρεση των κοινωνικών διακρίσεων  καθώς όπως επισημαίνει ο αείμνηστος καθηγητής Π.Τρεμπέλας: «εκάτερον των φύλων πρέπει να μένη εις την θέσιν, την οποίας ώρισεν εις αυτό ο δημιουργός, Η τάξις, εν τη οποία η Θεία σοφία ετοποθέτησε πρόσωπα και πράγματα, είναι η καλυτέρα και πλέον αρμόζουσα. Πάσα απόπειρα να παραβιάσωμεν αυτήν ισοδυναμεί προς απόπειραν καταλύσεως πάσης τάξεως και δημιουργίας συγχύσεως». Υπόμνημα εις τα επιστολάς της Κ. Διαθήκης, τ. Α΄, Αθήνα 1990, σελ.349.

[16]Επιφανίου Κύπρου, Πανάριον,  PG 41, 513C.

[17]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,  PG 41,300B.

[18]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,  PG 41,329C.

[19]Βλ. Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, «Η χρήση της Αγίας Γραφής εναντίον των αιρέσεων από τον Άγιο Επιφάνιο Κύπρου»,(διαδακτορική διατριβή) Θεσσαλονίκη 1998,σελ.68εξ., W  Foerster ,  Gnosis, Oxford,  σελ. 9, J. Godwin, Μυστηριακές θρησκείες του αρχαίου κόσμου,μτφ.Π.
Χιωτέλλη, Αθήνα 1996,σελ.87-92. 

[20]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,  PG 41,624C.

[21]Ιππολύτου  Ρώμης, Κατ πασν των αιρσεων λεγχος, PG 16, 3158D-3159A.

[22]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41,321B.

[23]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π., PG 16, 3159B.

[24]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,  PG 42,73B.

[25]Ιππολύτου  Ρώμης, Κατ πασν των αιρσεων λεγχος, PG 16, 3138B.

[26]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π., PG 16, 3130A,3127A,3126A.

[27]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 628D,633C.

[28]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π., PG 16, 3130A.

[29]The Sophia of Jesus Christ, Codex III, Translated by Douglas M. Parrott,
The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins,
San Francisco, 1990,σελ.90εξ.

[30] Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41,509A.

[31] Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 681A.

[32]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,  PG 41, 553B.

[33]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 481B.

[34]Π.Χρήστου,  «Ενοφυλία το ιδεώδες των Γνωστικών”, Κληρονομία,τομ. 5. τευχ. 1, Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 1-16,και στο
http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?contents=ecclesia_history/contents_texts.asp&main=texts&file=23.htm

[35]Θ. Ζελίνσκι, Ερμής ο Τρισμέγιστος και οι αρκαδικές απαρχές του, μετφ. από τα ρωσικά Ολέγ Τσυμπένκο, Αθήνα 2001,σελ.71.

[36]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π., PG 16, 3119ΑBC. 

[37]J. Godwin, ο.π., σελ.113.

[38]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π.,PG 16, 3139B.

[39]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41, 616A.

[40]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π.,PG 16,3216AB.

[41] Βλ. Θ.Ζελίνσκι, ο.π., σελ.71-72.

[42] Βλ. H. P. Blavatsky, Isis Unveiled, vol. II, New York 2006, σελ.201:  “Man, who is the microcosmos of the macrocosmos, or of the archetypal heavenly man, Adam Kadmon, is likewise a trinity; for he is body, soul, and spirit”. Περισσότερα για τη θεοσοφία βλ. Αρχιμ Θεοφίλου Λεμοντζή, Θεοσοφία. Σύνοψη του αρχαίου Αποκρυφισμού και έκφραση του σύγχρονου, Θεσσαλονίκη 2010.

[43]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 300ΑΒ.

[44]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,  PG 41, 293D.

[45]J. Godwin, ο.π., σελ.87.

[46]Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, «Η χρήση της Αγίας Γραφής εναντίον των αιρέσεων από τον Άγιο Επιφάνιο Κύπρου»,(διαδακτορική διατριβή) Θεσσαλονίκη 1998,σελ.69.

[47]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 300B.

[48]The Exegesis on the Soul, CODEX II Translated by William C. Robinson, The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins, San Francisco, 1990, σελ.127εξ.

[49]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 297C-300B.

[50]Ιππολύτου  Ρώμηςο.π.,PG 16, 3138B.

[51]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 42, 71BC.

[52]The Exegesis on the Soul, CODEX II Translated by William C. Robinson, The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins, San Francisco, 1990, σελ.127εξ.

[53]The Gospel of Philip, CODEX II Translated by Wesley W. Isenberg, The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins, San Francisco, 1990, σελ.51εξ.

[54]Σ. Αγουρίδου, «Ο άνθρωπος κατά τόν Άγιον Ειρηναίον έν αντιθέσει πρός τήν περί ανθρώπου εικόνα τών γνωστικών»,  στο Απόψεις Χριστιανικής ανθρωπολογίας, Θεσσαλονίκη 1970, σελ.  55 – 68 και στο http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=patr&main=katixisi&file=Dialogoi/page18.htm

[55] Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG  41, 300B, 513C, 344CD.

[56] Π. Χρήστου, «Ενοφυλία το ιδεώδες των Γνωστικών”, Κληρονομία,τομ. 5. τευχ. 1, Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 1-16, και στο http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?contents=ecclesia_history/contents_texts.asp&main=texts&file=23.htm

[57]Σ. Αγουρίδου, «Ο άνθρωπος κατά τόν Άγιον Ειρηναίον έν αντιθέσει πρός τήν περί ανθρώπου εικόνα τών γνωστικών», στο Απόψεις Χριστιανικής ανθρωπολογίας, Θεσσαλονίκη 1970, σελ.  55 – 68 και στο http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=patr&main=katixisi&file=Dialogoi/page18.htm

[58]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 42,173A .

[59]The Exegesis on the Soul, CODEX II Translated by William C. Robinson, The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins, San Francisco, 1990, σελ.127εξ.

[60]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 520A.

[61]Ι. Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα χριστιανικά κείμενα Α΄. Απόκρυφα Ευαγγέλια, (Βιβλική Βιβλιοθήκη 13), εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999,σελ.308.

[62]The Exegesis on the Soul, CODEX II Translated by William C. Robinson, The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins, San Francisco, 1990, σελ.127εξ.

[63]Ιππολύτου  Ρώμηςο.π.,PG 16, 3131B.

[64]Ι. Καραβιδόπουλου, ο.π.,σελ. 309.

[65]Ι. Καραβιδόπουλου, ο.π.,σελ. 325-326.

[66]The Gospel of Philip, CODEX II Translated by Wesley W. Isenberg, The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins, San Francisco, 1990, σελ.51εξ.

[67]Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π., PG 8, 1193A.

[68]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 881C.

[69]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42,80B.

[70]Ι. Καραβιδόπουλου, ο.π.,σελ.309.

[71]The Gospel of Philip, CODEX II Translated by Wesley W. Isenberg, The Nag Hammadi Library, revised edition. HarperCollins, San Francisco, 1990, σελ.51εξ.

[72]Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π., PG 8,1129B, Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,321B.

[73]Αποκ. 2,6.

[74]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41, 289CD.

[75]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41,313A.

[76]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41, 656C.

[77]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,313Α.

[78]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,349A,352CD.

[79]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,321B,329D-364B,1064AB, 324A, 336A.

[80]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG  41,345A.

[81]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,344A.

[82]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π.,PG 16, 3131BC.

[83]Βλ.επίσης Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Γνωστικοί Τριαρχικοί Ανθρωπογονικοί,

https://www.impantokratoros.gr/gnostikismos_triarchikoi_anthropogonikoi.el.aspx

[84]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π.,PG 16,  3131A.

[85]J. Godwin, ο.π.,σελ.113.

[86]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG  41,849D.

[87]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG  42, 172C.

[88]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41, 953C.

[89]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,1040C.

[90]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42, 173B,PG  41, 840B.

[91]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42, 173A.

[92]Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π.,PG 8, 1152C.

[93] Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42,113AB.

[94]Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων τῶν τε Ἁγίων
καί πανευφήμων Ἀποστόλων, καί τῶν Ἱερῶν Oἰκουμενικῶν Tοπικῶν Συνόδων, 
καί τῶν κατά μέρος Ἁγίων Πατέρων, ἐκδοθέν ὑπό Γ. Ἀ.  Pάλλη 
καί  M.  Ποτλῆ, τ.3,Ἀθήνησιν 1853,σελ.118.

[95]Κλήμεντος Αλεξανδρέα, Στρωματείς, PG 8,1113B:«λλ' ο μν π Μαρκωνος φσιν κακν κ τε λης κακς κα κ δικαου γενομνην δημιουργο· δ λγ, μ βουλμενοι τν κσμον τν π το δημιουργο γενμενον συμπληρον, πχεσθαι γμου βολονται, ντιτασσμενοι τ ποιητ τ σφν κα σπεδοντες πρς τν κεκληκτα γαθν, λλ' ο τν ς φασι θεν ν λλ τρπ, θεν οδν διον καταλιπεν νταθα βουλμενοι ο τ προαιρσει γνονται γκρατες, τ δ πρς τν πεποιηκτα χθρ, μ βουλμενοι χρσθαι τος π' ατο κτισθεσιν».

[96] Ο.π., PG 41,356A.

[97]Κλήμεντος Αλεξανδρέα,ο.π., PG 8,1165A.

[98]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41,820A.

[99]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41,833C.

[100]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41,340AB.

[101]Επιφανίου Κύπρου, ο.π., PG 41,340BC.

[102]Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π., PG 8,1149A, PG 8,1165D.

[103]Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π., PG 8,1149A.

[104]Ι. Καραβιδόπουλου, ο.π.,σελ.308,υπ.21.

[105]Ι. Καραβιδόπουλου, ο.π.,σελ.309.

[106]Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π.,PG 8,1168C: «φαμνης γρ τς Σαλώμης καλς ον ποησα μ τεκοσα, ς ο δεντως τς γενσεως παραλαμβανομνης, μεβεται λγων κριος· πσαν  φγε βοτνην, τν δ πικραν χουσαν μ φγς».

[107] Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π., PG 8, 1193A.

[108]Ιππολύτου  Ρώμης, ο.π., PG 16,3155B, 3131Α. Αναλυτικότερα βλ. Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Γνωστικοί Τριαρχικοί Ανθρωπογονικοί,
https://www.impantokratoros.gr/gnostikismos_triarchikoi_anthropogonikoi.el.aspx

[109]Μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου, Συνέντευξη  στη Χριστιανική Φοιτητική Δράση σχετικά με τη Θεματική Εβδομάδα «Σώμα και Ταυτότητα» στα Γυμνάσια, τη θέση του ανθρώπινου φύλου στην Εκκλησία και στην κοινωνία, την ομοφυλοφιλία και την αναζήτηση ταυτότητας του φύλου, http://alopsis.gr/

[110] Βλ. Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας στον Realfm 97,8 για το νομοσχέδιο ταυτότητας φύλου: Νομιμοποιεί μια παρά φύση κατάσταση, Δευτέρα 09 Οκτ 2017, http://www.enikos.gr/society/539530/o-mitropolitis-
messinias-ston-realfm-978-gia-to-nomosxedio-taftot

[111]Αρχιεπισκόπου  Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.Ιερώνυμου, Χαιρετισμός στην Επιστημονική  Ημερίδα μέ θέμα:«Ταυτότητα φύλου: Μιά διεπιστημονική προσέγγιση». Πολεμικό Μουσείο 28/5/2017,
https://www.impantokratoros.gr/DD27F6E7.el.aspx

[112]Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, PG 94, 921A.

[113]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42,56C.

[114]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42,53D.

[115]Ειρηναίου  Λουγδούνου, ο.π., PG 7,552Α.

[116]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42,124C.

[117]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42, 124D.

[118]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 42,136A.

[119] Κλήμεντος Αλεξανδρέα, ο.π.,PG 8, 1196A, 1208B. 

[120]Emilie Lanez, L’expérience tragique du gourou de «la théorie du genre».John Money, le père de la «théorie du genre», l’avait testée sur des jumeaux,31/01/2014 | Le Point,
http://www.lepoint.fr/societe/l-experience-tragique-du-gourou-de-la-theorie-du-genre-page-2-31-01-2014-1786513_23.php. Βλ. και ελληνική μετάφραση του άρθρου: Εμιλί Λανέζ, Η τραγική εμπειρία της «θεωρίας του γένους». Ο γκουρού John Money, ο πατέρας της «θεωρίας των δύο φύλων», είχε δοκιμάσει σε δίδυμα τη θεωρία του, στο https://kars1918.wordpress.com/2016/10/16/la-theorie-du-genre/ 

[121]http://www.offtherecord.net.gr/2017/11/07/μασκαρεμένη-επιστήμη-η-πρόεδρος-του/

[122]Ιωάννου Δαμασκηνού, ο.π., PG 94, 1208A.

[123]Δελτίο  Τύπου της Ιεράς Συνόδου  της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Τρίτη συνεδρία  της Ιεράς Συνόδου (5/10/2017),
http://ecclesia.gr/greek/holysynod/print_it.asp?id=2311&what_sub=d_typou

[124]Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων, ο.π., τ.3,σελ.109.

[125]Αναφέρει ο 1ος κανόνας:«Ε τις τν γάμον μέμφοιτο, κα τν καθεύδουσαν μετ το νδρς ατς, οσαν πιστν κα ελαβ, βδελύσσοιτο μέμφοιτο, ς ν μ δυναμένην ες βασιλείαν εσελθεν, νάθεμα στω», Σνταγμα τν Θεων κα ερν καννων,ο.π.,σελ.100. 

[126] Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων, ο.π.,τ.3,σελ.110.

[127] Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων, ο.π.,τ.3,σελ.113.

[128] Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων , ο.π.,τ.3,σελ.117-118.

[129] Βλ. Αρχιμ, Θεοφίλου Λεμοντζή, Αμαρτία: Ενοχή ή πένθος;,  Θεσσαλονίκη 2011,σελ.64.

[130] Βλ.  Ο αββάς Δανιήλ της Σκήτεως, εκδ. «Το περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1988, σελ.16.

[131]Βλ.Ευγενίας Ζούκοβα, Μονάστριες που ασκήτεψαν σε ανδρικά μοναστήρια. Ήγουν Όσιες γυναίκες που  άθλησαν με ανδρική μοναχική ενδυμασία, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2006.

[132]Jennifer Lynne Henery, Early Christian Sex Change. The Ascetical Context of "Being Made Male", in Early Christianity, Dissertations (2009), σελ.11, 252. http://epublications.marquette.edu/dissertations_mu/154/

[133]Βλ.Ματθ.5,29-31.

[134]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,1012ΒC.

[135]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,1013A.

[136]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,1016C.

[137]Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων, ο.π.,τ.2,σελ.30.

[138]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,1012C.

[139]Επιφανίου Κύπρου, ο.π.,PG 41,1013Β.

[140]M. Kuefler, The Manly Eunuch: Masculinity, Gender Ambiguity and Christian Ideology in Late Antiquity, Chicago 2001,σελ.245-247, 260-262.

[141]Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων , ο.π.,τ.2,σελ.30.

[142]Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων , ο.π.,τ.2,σελ.31.

[143]Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων , ο.π.,τ.2,σελ.31.

[144]Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν κανόνων , ο.π.,τ.2,τ,2,σελ.114.

[145]Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Τό πρόσωπο καί ἡ «διόρθωση τοῦ φύλου»,
http://www.parembasis.gr/index.php/el/mitropolitis-3/ni-various-articles/5019-2017-10-14

[146]Επιτροπή Βιοηθικής Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Κριτικές παρατηρήσεις στο Σχέδιο Νόμου για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, Σπάτα, 5 Ιουνίου 2017,

http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/bioethics/peri_fylou.pdf

[147]Επιφανίου Κύπρου, Αγκυρωτός ,PG 43,105D. Πρβλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 29, Περί Υιού , PG 36, 80C. Διδύμου του Τυφλού, Περί Αγίας Τριάδος, PG 39, 281Β.

[148]Επιφανίου Κύπρου, o.π., PG 43,108ΑΒ. Γρηγορίου Θεολόγου, o.π., PG 36, 80C-81A. Διδύμου του Τυφλού, o.π., PG 39, 281BC. Βλ. και Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Διάλογος περί Αγίας τε και Ομοουσίου Τριάδος  PG 75, 773D-776A.

[149]Επιφανίου Κύπρου, ό. π., PG 43,108Β.

[150] Μ. Αθανασίου, Κατά Αρειανών,  PG 26, 453ΑΒ.

[151]Γεωργίου Δ. Μαρτζέλου, Η γέννηση του Υιού και η ελευθερία του Πατέρα κατά την πατερική παράδοση του  Δ' αιώνα, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα: «Ο Επουράνιος Πατήρ» (10-13 Νοεμβρίου 1992). Ι. Μητρόπολις Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη 1993,σελ. 289-310.

[152]http://www.romfea.gr/ieres-mitropoleis/18347-mpalogiannis-pos-i-neuroepistimi-katarriptei-ti-theoria-ton-emfulon-tautotiton

[153]http://www.diakonima.gr/2017/05/23/amerikaniko-
kollegio-pediatron-i-ideologia-ton-filon-vlapti-
ta-pedia-emfiles-taftotites/

[154] Βλ.Γ. Μπανιώκος, Το φύλο: Πεπρωμένο ή Κατασκευή;

http://merimnaeaftou.blogspot.gr/2016/05/blog-post.html

[155]Επιφανίου Κύπρου, Πανάριον,PG 42,121A.

[156] Γρηγορίου του Παλαμά,   Προσωποποιίαι, PG 150, 1361C.

[157] Κυρίλλου Αλεξανδρείας,Ες τήν πρός Ρωμαίους ᾿Επιστολήν, PG 74, 789ΑΒ.

[158]Βλ. π.Ι.Ρωμανίδη, Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989, σελ. 168.



Print-icon 

Login-iconLogin
active³ 5.4 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης